Αλήθεια, τι θα πει «η ζωή πίσω από τις λαμαρίνες»; Και που ακριβώς είναι αυτές οι λαμαρίνες; Για ποια πόλη μιλάμε; Για ποια χώρα; Αυτά και άλλα με ρωτούσε ο φίλος μου Β.Κ., πολιτικός μηχανικός στο επάγγελμα, ρουφώντας έναν παγωμένο freddo με 10 βαθμούς έξω και βροχή εκνευριστική. Κι έπαθε πλάκα όταν του είπα ότι οι λαμαρίνες βρίσκονται στη Θεσσαλονίκη, πολύ κοντά στο κέντρο της πόλης, σε μια από τις πιο ζωντανές περιοχές κατά τις τελευταίες δεκαετίες, στην Ανάληψη.
Το έργο το έχουμε ξαναδεί, στο κέντρο της πόλης που έπαθε μεγάλη νίλα γιατί στο όνομα του μεγάλου έργου –που βεβαίως έπρεπε να είχε τελειώσει πριν από μισό αιώνα- οι μόνοι που κινήθηκαν ήταν οι μετροπόντικες. Όλοι οι άλλοι χαθήκανε στις αρμοδιότητες, στις δυνατότητες και στα πείσματα.
Και τώρα αναρωτιέται κανείς πως είναι δυνατόν μια πολιτεία που θέλει να παριστάνει την οργανωμένη να επιτρέπει να υπάρχουν κάτοικοι αυτής της πόλης και δη παλιοί Θεσσαλονικείς –αναντάν μπαμπαντάν που λέμε- που ξαφνικά να νοιώθουν ότι ζουν στις φαβέλες της Βραζιλίας, στα σλαμς της Ινδίας ή στις παραγκουπόλεις του Λος Άντζελες. Άδειες βιτρίνες, «ψωνίζει μόνο η γειτονιά που μας ξέρει» λέει ο φούρναρης, «μετά τις 8 δεν κυκλοφορεί ψυχή» λένε όσοι κατοικούν εκεί. Άδειες προθήκες, γεμάτες σύριγγες.
Μέχρι ποιο σημείο μπορεί να αντέξει ο άνθρωπος; Πως είναι δυνατόν, τρία χρόνια μετά την έναρξη του έργου, να μην έχουν τακτοποιηθεί τα προφανή; Και πως είναι δυνατόν οι πολιτικοί να σώσουν την Ελλάδα κόντρα στο πρέσινγκ των Ευρωπαίων κερδοσκόπων και την καφρίλα του περιοδικού Focus, όταν δεν μπορούν να σώσουν τη Δελφών με Φλέμινγκ γωνία;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου