Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΤΙΓΜΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΤΙΓΜΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 31 Δεκεμβρίου 2009

Κυριακή 19 Ιουλίου 2009

ΕΛΔΥΚ '74: Ελλάδα, συγγνώμη, αν θες ν’ αλλάξω γνώμη…

ΤΟ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ Θ. ΚΕΣΣΟΠΟΥΛΟΥ ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ "ΕΘΝΟΣ" ΤΟΝ ΙΟΥΛΙΟ ΤΟΥ 2006. ΑΠΟ ΤΟΤΕ, ΔΥΣΤΥΧΩΣ, ΤΙΠΟΤΕ ΔΕΝ ΑΛΛΑΞΕ...

Τρεις συγκλονιστικές μαρτυρίες πολεμιστών της ΕΛΔΥΚ ‘74

Ο αγώνας δεν σταμάτησε. Οι αρτιμελείς δεν έπαψαν ποτέ να αγωνίζονται για τους τραυματισμένους προκειμένου να φροντίσει η πολιτεία έστω όσους έμειναν τελείως ανήμποροι μετά τον πόλεμο στην Κύπρο.

-----------------

“Μέσα από αυτά τα γεγονότα εγώ σα νέος δεν έζησα. Αναγκάστηκα να σκέφτομαι σαν πενηντάρης, να ζω με ορισμένα πράγματα που ήταν μόνο για τον εαυτό μου, δεν μπορούσα να τα εξωτερικεύσω τότε διότι κανείς δεν θα με καταλάβαινε”. Αυτή ήταν η κατακλείδα της συγκλονιστικής αφήγησης του Γιάννη Χατζηπαρασκευαΐδη, δεκανέα της 105 σειράς, στο 2ο Λόχο της ΕΛΔΥΚ, που πολέμησε στην πρώτη γραμμή κατά τη δεύτερη κυρίως φάση της τουρκικής εισβολής στη «γη της λεμονιάς, της ελιάς», στην Κύπρο το 1974.
Το να ακούς έναν από τους τελευταίους Έλληνες που έδωσαν τον εαυτό τους για την πατρίδα να μιλά γι’ αυτό που έζησε, είναι ούτως ή άλλως μοναδική εμπειρία. Ιδίως όταν πρόκειται για ανθρώπους παραμελημένους από πατρίδα - πολιτεία – κράτος, για ιστορίες θαμμένες χάριν σκοπιμότητας στα συρτάρια της συλλογικής μνήμης, όταν πίσω από την πίκρα κρύβονται μεταπολεμικά ανθρώπινα δράματα.
Όταν γύρισαν στην Ελλάδα οι Ελλαδίτες πολεμιστές, έχοντας γράψει ηρωικές στιγμές αυτοθυσίας αποκλειστικά για ανιδιοτελή “ιδανικά”, εννιά μήνες μετά το μακελειό της 16ης Αυγούστου, αντί για τιμές και δόξες αποβιβάσθηκαν στο Λουτράκι ενώπιον… τελωνειακών υπαλλήλων που βρέθηκαν εκεί για να τους ελέγξουν! Το γεγονός προδιέγραφε και τη συνέχεια. Έπρεπε να περάσουν 24 χρόνια για να άρει η επίσημη Ελλάδα τη ρετσινιά του “πραξικοπηματία” από πάνω τους και να αναγνωρίσει ρηματικά (χωρίς κανένα προνόμιο ή δικαίωμα) το αυτονόητο –την ίδια την Ιστορία: ότι συμμετείχαν “από 20-7-1974 έως 20-8-1974 στη ζώνη πολεμικών επιχειρήσεων το 1974 στην Κύπρο”. Χάρη στον Σύνδεσμο Βορειοελλαδιτών Πολεμιστών ΕΛΔΥΚ ’74 και στον τότε υπουργό Εθνικής Άμυνας Άκη Τσοχατζόπουλο, ο οποίος “πέρασε” από τη Βουλή το νόμο 2641/1998.
Ο αγώνας δεν σταμάτησε. Οι αρτιμελείς δεν έπαψαν ποτέ να αγωνίζονται για τους τραυματισμένους προκειμένου να φροντίσει η πολιτεία έστω όσους έμειναν τελείως ανήμποροι μετά τον πόλεμο στην Κύπρο. Κάπου φαίνεται να δικαιώνονται. Ήδη δικαιούνται, κατ’ εξαίρεση και κατά προτίμηση, διορισμό στο Δημόσιο για τους ίδιους ή ένα ενήλικο μέλος της στενής τους οικογένειας, ενώ στις 10 Οκτωβρίου αναμένεται να τους αποδοθούν μετάλια από το υπουργείο Εθνικής Άμυνας. Επίσης, πριν από λίγους μήνες κατοχύρωσαν ιατροφαρμακευτική και νοσοκομειακή περίθαλψη από τα στρατιωτικά νοσοκομεία της χώρας όσοι παραμένουν ανασφάλιστοι. Ωστόσο, θα συνεχίσουν να διεκδικούν όλα τα ευεργετήματα που ορίζουν οι σχετικοί νόμοι περί συμμετεχόντων στη ζώνη των πολεμικών επιχειρήσεων, ανεξαρτήτως χρονικού περιορισμού.
Περί τους πενήντα, αισθανόμενοι δικαίως αδικαίωτοι, ήδη προχώρησαν σε αγωγές με αίτημα να τους καταβληθεί αποζημίωση για ηθική βλάβη, καθώς 32 χρόνια μετά το 1974 η πολιτεία εξακολουθεί να τους αγνοεί. Το δρόμο άνοιξε απόφαση του πρωτοδικείου Αθηνών, που δικαίωσε καταδρομέα καλώντας το Δημόσιο να του καταβάλει αποζημίωση 100.000 ευρώ. "…Η συμπεριφορά των οργάνων της ελληνικής πολιτείας απέναντί τους (…) ήταν κατάφωρα αντίθετη προς τις συνταγματικές εκείνες διατάξεις που επιβάλλουν το σεβασμό της αξίας του ανθρώπου", αναφέρεται στην απόφαση. Είναι χαρακτηριστικό ότι μετά την απόλυσή τους από το στρατό, τα πιστοποιητικά της στρατολογίας δεν ανέφεραν το παραμικρό "για την πολεμική τους δράση και την παρουσία τους στην Κύπρο, αντιθέτως προέκυπτε ότι υπηρέτησαν και απολύθηκαν από το στρατό ολοκληρώνοντας αδιαλείπτως τη στρατιωτική τους θητεία ειρηνικά στην Ελλάδα"!

Οι μαρτυρίες
Τρεις σειρές ενεπλάκησαν στα γεγονότα: η 103 που αναχώρησε «οριστικά» για την Ελλάδα στις 19 Ιουλίου και αναγκάστηκε να επιστρέψει την 21η Ιουλίου, η 105 που έφτασε εκεί τον Ιανουάριο του ’74 και η 107 που κατέφθασε στη Μεγαλόνησο ως «απαλλαγή» της 103 στις 19 Ιουλίου το μεσημέρι και το ξημέρωμα της επομένης μπήκε στον πόλεμο. Σύνολο 1.168 «αγνώστων στρατιωτών» της Ελληνικής Δύναμης Κύπρου και 150 περίπου αξιωματικών.
Οι πρωταγωνιστές των γεγονότων της 20-22 Ιουλίου και 14-16 Αυγούστου 1974, του Αττίλα 1 και του Αττίλα 2, χρησιμοποιούν ακόμη στρατιωτική ορολογία, διατηρούν πλήρως την αίσθηση του καθήκοντος κι όταν πηγαίνουν στην Κύπρο βλέπουν ακόμη «το στρατόπεδο, το ΚΨΜ, τον Αϊγιώργη»… Τρεις από αυτούς έδωσαν πληροφορίες στο «Έθνος», θυμήθηκαν ονόματα και γεγονότα, ανέσυραν από τα συρτάρια τους σπάνιες φωτογραφίες.

Ο Γιάννης Χατζηπαρασκευαΐδης, 55 ετών σήμερα, είναι επιχειρηματίας, παντρεμένος με δύο παιδιά. Δεκανέας της 105 σειράς έφτασε στην Κύπρο τον Ιανουάριο του 1974. Έχοντας την ειδικότητα του σιτιστή, τοποθετήθηκε στο 2ο Λόχο της ΕΛΔΥΚ ως συσσιτιάρχης. Συμμετείχε σε όλες σε όλες τις μάχες που έγιναν μέσα στο στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ. Οι δικοί του έμαθαν ότι ζει στις 21 Αυγούστου, όταν έδωσε συνέντευξη στο ΡΙΚ. Λόγω ενός οικογενειακού προβλήματος υγείας, αναχώρησε με άδεια στις 19 Ιουλίου για την Ελλάδα μαζί με την 103 σειρά.
«Αποβιβαστήκαμε στην Πάφο κατά τις 3.30’ το μεσημέρι της 20ής Ιουλίου. Από κει αναχωρήσαμε τη νύχτα και στις 21 Ιουλίου βρεθήκαμε στο στρατόπεδο, αργά το βράδυ. Στις 12 τα μεσάνυχτα μας δώσανε κάτι όπλα, τα FN για πρώτη φορά, όμως δεν υπήρχαν κράνη… Αλλά δεν γράφονται αυτά…
-Κάποια στιγμή συνάντησα τον αρχιλοχία Μπενάκη αλλά δεν έμεινα κοντά του. Εάν έμενα εκεί… Δυο παιδιά έμειναν δίπλα του και την άλλη μέρα έπεσε μια ναπάλμ και τους έκαψε…
-Στις 22 Ιουλίου, γύρω στις 10.30’, ήρθε ένα σήμα ότι χτυπήθηκαν δυο παιδιά της 107 από τη Δεσκάτη Γρεβενών, ο Παπατσάνης Αθανάσιος και ο Χαλατσής. Πίσω από τα ορύγματα υπήρχε μια λάκα κι εκεί μέσα είχε πέσει ένας όλμος και τους είχε πετσοκόψει. Αυτό που είδα δεν περιγράφεται, δεν θα επεκταθώ περισσότερο γιατί αυτό που ζω από τότε όντως είναι κάτι πολύ ειδικό.
-Αυτό που έγινε στις 14, 15 και 16 Αυγούστου δεν περιγράφεται. Με βρήκε μέσα στο στρατόπεδο. Ήμασταν μόνο δυο λόχοι, ο 2ος και ο 4ος λόχος και ο Λόχος Διοικήσεως λίγο έξω από το στρατόπεδο. Ήμασταν οι προκεχωρημένοι.
Ήταν 13 το βράδυ – 14 το πρωί, έκανα έφοδο γύρω στις 4.30’ το πρωί. Τότε είδαμε τα πρώτα αναγνωριστικά αεροπλάνα. Δεν είχαμε επικοινωνία με τα άλλα ορύγματα. Δεν θέλω να σου πω πως επικοινωνούσαμε. Ντρέπομαι. Ειλικρινά στο λέω. Είναι ντροπή για το ελληνικό κράτος. Αλλά αυτή είναι και η πραγματικότητα. Επειδή δεν ήταν συνεχόμενα τα ορύγματα, επικοινωνούσαμε με ένα σύρμα και με έναν τενεκέ. Αλλά αυτό κάποια στιγμή μας πρόδωσε. Γιατί από τους βομβαρδισμούς καταστράφηκαν τα σύρματα και αν δεν βρισκόταν ο δεκανέας Θανόπουλος Νικόλαος να μας ειδοποιήσει -εμένα και τον δεκανέα Βιτζηλαίο Μιχάλη- ότι υποχωρούμε δεν θα γλιτώναμε με τίποτα.
-15 Αυγούστου, στο διπλανό πολυβολείο, ο Μπαγιώργος Παναγιώτης. Τελείωσε η αρμάθα, σηκώνεται να πάρει καινούρια και του ‘ρχεται η σφαίρα στο μέτωπο…
-Όταν στις 16 του μηνός κάναμε αναφορά και είδαμε τις απώλειες υπήρχαν δυο παιδιά που δεν γνωρίζαμε αν σκοτώθηκαν ή ήταν αγνοούμενοι. Τι έγινε μ’ αυτούς; Στην προσπάθειά τους να πάρουν το πολυβόλο ήρθαν οι Τούρκοι και αυτοί κάνανε τους νεκρούς. Μετά τις 12 το βράδυ πέρασαν τις γραμμές τους και επέστρεψαν σε μας! Τα ονόματά τους ήταν Αθανασιάς Παναγιώτης, λοχίας από την Λάρισα, και Γυφτάκης Αναστάσιος.
-Στις 16 Αυγούστου, υποχωρώντας φτάσαμε στην πύλη του Συντάγματος όπου συναντήσαμε έναν ολόκληρο λόχο. Φορούσαμε αμερικάνικες στολές, όπως και οι Τούρκοι, κι ο υπολοχαγός Κόλιας, που ήταν επικεφαλής του συγκεντρωμένου λόχου, για να μπερδέψει τους Τούρκους έκανε νόημα ότι καταλάβαμε το στρατόπεδο. Έτσι σωθήκαμε. Θέλω να πω ότι ο Γιάννης Κόλιας ήταν από τους αξιωματικούς που πολέμησαν αλλά στη συνέχεια αδικήθηκαν».

Ο λοχίας Θανάσης Στάικος από τη Βέροια, στα 21 του χρόνια, αφίχθηκε στην Κύπρο τον Ιανουάριο του 1974 με την 105 σειρά. Είχε καθήκοντα επιλοχία στον 4ο Λόχο και συμμετείχε σε όλες της μάχες της ΕΛΔΥΚ. Σήμερα είναι πρόεδρος του Συνδέσμου Βορειοελλαδιτών Πολεμιστών της ΕΛΔΥΚ ’74. Είδε πολλούς συντρόφους του να πέφτουν στο πεδίο της μάχης, όπως για παράδειγμα τον λοχία Τσιπινιά από την Παναγιά Χαλκιδικής «που ήρθε στις 19 Ιουλίου στην Κύπρο, με την 107 σειρά, και στις 20 το βράδυ σκοτώθηκε δίπλα μου». Για το νεαρό αυτό παιδί, στις 13 του προσεχούς Αυγούστου, θα στηθεί στο χωριό του, μια τιμητική αναθηματική στήλη, έργο του Συνδέσμου με την υποστήριξη του κυπριακού προξενείου της Θεσσαλονίκης και του τοπικού δήμου ως ελάχιστη δικαίωση για τους πεσόντες. Ο Στάικος θυμάται τους συμπολεμιστές του…
“Πιστεύω ότι ο Κουτρούλης Στέφανος από το Νέο Μαρμαρά Χαλκιδικής με τον δεκανέα Ξένο Θεόδωρο, που θεωρούνται αγνοούμενοι, σκοτώθηκαν στις 16 Αυγούστου όταν μια βόμβα έπεσε στην αποθήκη πυρομαχικών. Την ίδια μέρα, ο αρχιλοχίας Σκαμπαρδώνης και ο Κελέσης Παύλος έχασαν τη ζωή τους ενώ βρισκόταν στο παρατηρητήριο, κατά την σφοδρή επίθεση των Τούρκων. Επίσης, ο Κωνσταντίνος Κέντρας από το Άργος Ορεστικό έπεσε το μεσημέρι της 16ης Αυγούστου κάτω από τις ερπύστριες”. Και ο Στάικος έχει την άποψη ότι δεν υπάρχουν ζωντανοί αγνοούμενοι ΕΛΔΥΚάριοι: “Οι δικοί μας στρατιώτες είναι νεκροί μη αναγνωρισθέντες. Παραδώσανε οι Τούρκοι νεκρούς αλλά δεν έγινε αναγνώριση”.
Ο πόλεμος, όπως κάθε δύσκολη στιγμή, γεννά μια αμυντική ευδιαθεσία με αποτέλεσμα ιστορίες που ακόμη και τώρα τις θυμούνται, με γέλια και κλάματα. “Ο Βενιανάκης Γιώργος από την Κρήτη, ο Κωστακόπουλος Χαράλαμπος από τη Λιβαδειά κι άλλος ένας που δεν θυμάμαι τα’ όνομά του, στις 15 Αυγούστου βρισκόταν στο διπλανό από το δικό μου πολυβολείο. Κάποια στιγμή έπεσαν όλμοι και βλήματα πυροβολικού επάνω στο πολυβολείο του και το χώμα, τα θραύσματα και τα συντρίμια τους σκέπασαν τραυματισμένους. Κι όμως με γέλια μου φώναζε “Επιλοχία, έλα να με βγάλεις!”. Και τους έβγαλα με γέλια, αν το πιστεύεις… Εμείς που πήραμε τον πόλεμο στην πλάκα, τελικά γλιτώσαμε τα ψυχολογικά”.
Τραγική η ιστορία του υπολοχαγού Σωτήρη Τσώνου. “Στην επίθεση που κάναμε το ξημέρωμα της 21ης Ιουλίου στο Κιόνελι, μια ριπή θέρισε τον υπολοχαγό Τσώνο στην κοιλιά. Αργότερα, ο διοικητής Ανδρουτσόπουλος με έστειλε με τον οδηγό Σωτήρη Βήτα από την Καρδίτσα να γυρίσω όλα τα νοσοκομεία και τις κλινικές της Λευκωσίας για να δω την κατάσταση των τραυματιών μας. Σ’ ένα δωμάτιο μεγάλο είδα τον Τσώνο για τελευταία φορά. Μιλήσαμε, μου είπε “όλα καλά”. Λίγο αργότερα έμαθα ότι πέθανε. Ήμουν ο τελευταίος άνθρωπος που τον είδε. Εάν υπήρχε σωστή ιατρική περίθαλψη, ο Τσώνος θα γλίτωνε”.

Ο Δημήτρης Βλάχος σήμερα είναι 55 ετών. Αφίχθηκε στην Κύπρο τον Ιανουάριο του 1974 με την 105 σειρά. Στα 23 του χρόνια κατατάχθηκε εξ αναβολής, λόγω φοίτησης στον Ευκλείδη –σπούδαζε χημικός. Έχοντας την ειδικότητα του πυροτεχνουργού, τοποθετήθηκε στο Λόχο Διοικήσεως της ΕΛΔΥΚ ως αποθηκάριος.
«Είχαμε χρεωμένα σε μια αποθήκη χίλια FN762, τα οποία ήταν της Εθνοφρουράς, και τέσσερις όλμους 4 και 2 ιντσών, αλλά δεν είχαμε βλήματα γι’ αυτούς τους όλμους. Το μεσημέρι της 20ής Ιουλίου άνοιξε η πόρτα της αποθήκης ξαφνικά. Ποιος την άνοιξε δεν ξέρω, μπράβο του όμως. Και πήραμε όπλα και τα χορηγήσαμε στην 103 σειρά. Δεν ήξερε, όμως, κανείς να χειριστεί το FN. Το ήξερα μόνο εγώ λόγω ειδικότητας. Τους μάζεψα εκεί μπροστά στη Διαχείριση και τους έδειξα πως λειτουργεί, πως ξεμπλοκάρει κλπ.
-Την Τετάρτη 14 Αυγούστου το πρωί οι Τούρκοι ξαναχτύπησαν. Στο στρατόπεδο είχαν μείνει μόνο ο 2ος και ο 4ος λόχος και ο Λόχος Διοικήσεως στο Ύψωμα Α’ έξω από το στρατόπεδο, αλλά στην πρώτη γραμμή. Η διοίκηση είχε φύγει και οι άλλοι λόχοι διασκορπίστηκαν αλλού. Από 1.000 και πλέον που ήμασταν στην α’ φάση τώρα ήμασταν περίπου 400. Οι Τούρκοι κάνανε πάρα πολλές επιθέσεις τις οποίες αποκρούαμε και είχαν πολλά θύματα. Κι εμείς είχαμε αρκετά θύματα. Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί άφησαν έναν Λόχο Διοικήσεως στην πρώτη γραμμή…
-Την Πέμπτη ήταν της Παναγίας. Είχαν κοπάσει λίγο τα πράγματα, ακούγαμε ότι θα έρθουν ελληνικά αεροπλάνα να μας βοηθήσουν αλλά… τίποτα… διαδόσεις.
-Την Παρασκευή 16 Αυγούστου έγινε ο χαμός. Εγώ ήμουν κοντά στον διοικητή του Λόχου Διοικήσεως τον Δελή και καθώς τα άρματα είχαν φτάσει στα 200 μέτρα από μας, έδωσε διαταγή να φύγουμε. Αλλά την διαταγή αυτή όσοι την άκουσαν την άκουσαν γιατί δεν υπήρχε επικοινωνία μεταξύ μας… Όταν υποχωρούσαμε οι όλμοι πέφτανε βροχή. Κι εκεί σκοτωθήκανε πολλά παιδιά, όπως ο Κρητικός Μάριος Βολανάκης και ο ΚΨΜτζής Σίμιτας που ήταν κινηματογραφιστής.
-Αυτούς που σκότωσαν οι Τούρκοι στη β’ φάση τους μαζέψανε στο στρατόπεδο και μετά από 5-6 μέρες ειδοποίησαν για αναγνώριση. Με 45-50 βαθμούς Κελσίου, μετά από τόσες μέρες και κάποιος που δεν ήξερε τα παιδιά πως να τους αναγνωρίσει; Αναγνώριση δεν έγινε, τους φορτώσανε με μπουλντόζα, τους ρίξανε σε φορτηγά και τους θάψανε ομαδικά.
-Στις 15 Αυγούστου το βράδυ, μόλις είχε σουρουπώσει, κι εκεί στα ορύγματα κάναμε καλαμπούρια, εγώ τους έλεγα «δεν σκοτώνομαι». Τους λέω «να πιαστώ αιχμάλωτος στους Τούρκους αποκλείεται. Θα κρατήσω μια σφαίρα για τον εαυτό μου, ή θα γυρίσω το αυτόματο πάνω τους και θα με καθαρίσουν». Δώσαμε, λοιπόν, όρκο εκείνο το βράδυ στις 15, της Παναγίας, ότι δεν θα πιαστούμε αιχμάλωτοι. Και πιστεύω ότι όπως εγώ θα τον τηρούσα, τον τήρησαν και τα παιδιά. Και όλοι αυτοί που νομίζουν, όπως οι συγγενείς του Γιάννη του Ξυδιά από την Καλαμάτα, ότι είναι αγνοούμενοι δε νομίζω… θα τους βρούνε με το DNA”.

Σάββατο 11 Ιουλίου 2009

Ουααά, ουαά, ουά...

Κάτι τέτοιες στιγμές που τίποτα δεν έχει μεγαλύτερη αξία από ένα χάδι στην καινούρια πατουσίτσα, νοιώθεις πολλά πράγματα ταυτόχρονα. Κάποια φορά, θέλεις να φιλήσεις τη βέρα σε γροθιά σα να κάρφωσες την κεφαλιά, θέλεις να σηκώσεις την ιδρωμένη φανέλα –σαν το Χαριστέα στον τελικό- για να φανεί η αφιέρωση, το πρόσωπο, το κίνητρο, η αιτία, η χαρά. Θέλεις να δείξεις στην κερκίδα σου ότι είσαι ακόμα ζωντανός, ότι συνεχίζεις την ιστορία, ότι τρέχεις όρθιος παρά τα σκληρά τάκλιν της ζωής, ότι τελικά το χώνεις το γκολάκι στο χρόνο κι ας χάσεις τελικά. Στην κερκίδα εισιτήριο διαρκείας ο παππούς ο Κώστας με το στωικό κομπολόι του, η γιαγιά η Μαρία με τα ποντιακά της, η Ευαγγελία με τα κεκάκια της και ο μπάρμπα Γιάννης που έζησε ως προαχθείς εν τέλει. Η θεία Δήμητρα, ο Νικόλας, η θεία Μαρίκα, ο θείος Μήτσος. Αλλά κι άλλος Κώστας, κι η Μαργαρίτα, κι η Σμαρώ κι ο Κώστας. Ο Διομήδης, ο Καραγκιόζης, ο Αχιλλέας ο γυμναστής, ο κυρ Αλέκος, η αγαπημένη μου κ. Κουρή –το μικρό της δεν το μάθαμε ποτέ παρά μόνο το είδαμε γραμμένο στο χαρτί σε μια κολώνα της ΔΕΗ. Ο Τάσος, ο Χρήστος, ο Κώστας που πέρσι τέτοια μέρα του κουνούσαμε μαντήλια. Τόσο σιμά η αρχή στο φινάλε, τόσο κοντά ο ουρανός στη γη. Και με το χέρι υψωμένο, οι πανηγυρισμοί συνεχίζονται. Και η κερκίδα βουβά, παραληρεί… Καλώς ήρθες μικρέ!

Παρασκευή 17 Απριλίου 2009

ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΚΑΛΗ... ΑΝΑΤΑΣΗ!



Σε χώρα μακρινή και αρυτίδωτη τώρα πορεύομαι.
Τώρα μ' ακολουθούν κορίτσια κυανά
κι αλογάκια πέτρινα
με τον τροχίσκο του ήλιου στο πλατύ μέτωπο.
Γενεές μυρτιάς μ' αναγνωρίζουν
από τότε που έτρεμα στο τέμπλο του νερού
άγιος, άγιος, φωνάζοντας.
Ο νικήσαντος τον Άδη και τον Έρωτα σώσαντας
αυτός ο Πρίγκιπας των Κρίνων είναι.
Κι από κείνες πάλι τις πνοές της Κρήτης
μια στιγμή ζωγραφιζόμουν.
Για να λάβει ο κρόκος από τους αιθέρες δίκαιο.
Στον ασβέστη τώρα τους αληθινούς μου Νόμους
κλείνω κι εμπιστεύομαι.
Μακάριοι, λέγω, οι δυνατοί που αποκρυπτογραφούνε το Άσπιλο.
Γι' αυτών τα δόντια η ρώγα που μεθά
στων ηφαιστείων το στήθος και στο κλήμα των παρθένων.
Ιδού ας ακολουθήσουνε τα βήματα μου!
Σε χώρα μακρινή και αρυτίδωτη τώρα πορεύομαι.
Τώρα το χέρι του Θανάτου
αυτό χαρίζει τη Ζωή
και ο ύπνος δεν υπάρχει.
Χτυπά η καμπάνα του μεσημεριού
κι αργά στις πέτρες τις πυρρές χαράζονται τα γράμματα:
ΝΥΝ και ΑΙΕΝ και ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ.
Αιέν αιέν και νυν και νυν τα πουλιά κελαηδούν
ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ το τίμημα.


ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ "ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ" ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ ΕΛΥΤΗ

FOTO: @ΓΙΑΝΝΗΣ Θ. ΚΕΣΣΟΠΟΥΛΟΣ / "Πάσχα ελληνικό", Σκύρος 2007

Πέμπτη 12 Μαρτίου 2009

52 χρόνια μετά: Η συγκλονιστική μαρτυρία του μοναδικού αυτόπτη μάρτυρα της μάχης του Μαχαιρά

Η συνέντευξη δόθηκε στον Γιάννη Θ. Κεσσόπουλο τον Μάρτιο του 2007 για μεγάλη εφημερίδα της Αθήνας αλλά δεν δημοσιεύθηκε ποτέ...

«Νοιώθω ικανοποιημένος που ήρθα σ’ αυτόν τον κόσμο και έπραξα το καθήκον μου έναντι στη μάμα πατρίδα, έδωσα το είναι μου. Χτυπήσαμε την πόρτα της αθανασίας μαζί με τον Αυξεντίου. Άνοιξε μόνο γι’ αυτόν. Ίσως να μην ήμουνα έτοιμος να μπω στην αθανασία». Αυτός είναι ο από καρδιάς επίλογος μιας κουβέντας με έναν από τους ελάχιστους ζωντανούς ήρωες του Ελληνισμού, τον αγωνιστή της ΕΟΚΑ Αυγουστή Ευσταθίου. Τον συναντήσαμε στη διάρκεια μιας επίσκεψής του στη Θεσσαλονίκη.
Μοναδικός αυτόπτης μάρτυρας της θυσίας του Αυξεντίου, στις 3 Μαρτίου 1957 στην περίφημη μάχη του Μαχαιρά κόντρα στους Άγγλους, μεταφέρει στις νέες γενιές με κάθε λεπτομέρεια την συγκλονιστική εμπειρία που έζησε. Πριν από τρεις ημέρες, φεύγοντας από ένα σχολείο, «δύο μικρά κοριτσάκια με ακολουθούσαν συνεχώς. Κόντευα να βγω από το προαύλιο του σχολείου και γύρισα και τα κοίταξα περίεργα. «Τι θέλετε;» ρωτάω. Μου λένε ντροπαλά «Κύριε Αυγουστή, θέλουμε να σας φιλήσουμε»! Με φίλησαν και έφυγαν χορεύοντας!» λέει συγκινημένος για τις αντιδράσεις των μαθητών. «Έχω μαθητές που είναι 40 χρονών σήμερα και μου λένε ‘‘όταν ήρθατε εις το σχολείον μου ήμουνα 4η τάξη δημοτικού και όσα είπατε ακόμη τα θυμάμαι’’. Δεν βρήκα κάποια αλλαγή στη στάση των παιδιών. Σε ορισμένους δασκάλους διακρίνω κάποια επιφύλαξη, είναι πιο συγκρατημένοι. Νομίζω ότι φοβούνται μήπως παρεξηγηθούν από την κυβέρνηση» λέει με πίκρα γιατί ο αγώνας του Αυξεντίου και των συναγωνιστών του έμεινε αδικαίωτος. «Εμείς οι αγωνιστές έχουμε ως θέση ότι αγωνιστήκαμε για την Ένωση με την Ελλάδα. Παραμένω σ’ αυτήν τη θέση. Είμαι από τους αγωνιστές οι οποίοι έχουν πικραθεί γιατί δεν πραγματοποιήθηκε το ιδανικό για το οποίο οι ήρωές μας θυσιάστηκαν: Ένωση της Κύπρου με τη μάνα Ελλάδα».
Ο κ. Αυγουστής καταγγέλλει «πολυθρονοπόδαρους» και καρεκλοκένταυρους. Σήμερα ένα τέτοιο αίτημα «θα το πολεμήσουν στην Κύπρο, βουλευτές, υπουργοί, πρόεδροι συμβουλίων, αρχηγοί Αστυνομίας και Στρατού, όλοι αυτοί που καβαλίκεψαν το καλάμι της εξουσίας. Αν ο μοι γένοιτο η Τουρκία άφηνε μόνο ένα βράχο της Κύπρου, και τον αποκαλούσαν δημοκρατία θα ήταν ευτυχισμένοι όλοι αυτοί οι οφιτσιάληδες».
Εξαιρεί μερικώς τον αείμνηστο Τ. Παπαδόπουλο γιατί «πολέμησε για κάτι καλύτερο απ’ ό,τι το Σχέδιο Ανάν».
Χαρακτηρίζει ως λύσεις όχι ιδανικών αλλά συμφερόντων αυτές που αναζητούνται από τους πολιτικούς. «Είναι λυπηρό», τονίζει, «γιατί έχει εξαφανισθεί από παντού η λέξη Κατοχή και κατοχικά στρατεύματα. Μιλούνε μόνο για διακοινοτική παρεξήγηση. Έκανε μια εισβολή η Τουρκία και έχει 40.000 στρατό εδώ και παύουν να μιλούν για εισβολή και κατοχή; Προς Θεού…»
Σκεφτήκατε ποτέ να φύγετε από την Κύπρο;
Είμαι τόσο δεμένος με την Κύπρο που δεν το σκέφτομαι. Φεύγω λίγες μέρες από την Κύπρο και δεν αισθάνομαι καλά…


ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΟΝ ΑΥΞΕΝΤΙΟΥ ΜΕΧΡΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ
Μη φοβάσαι Ματρόζο, μη φοβάσαι!


Ο Αυγουστής έζησε πλάι στον Αυξεντίου από τον Δεκέμβριο ‘55 μέχρι τον Μάρτη ’57. «Ήταν άνθρωπος. Ήταν ποιητής. Του άρεσε να απαγγέλλει ποιήματα. Να φαντασθείτε ότι απάγγειλε τον ‘‘Δωδεκάλογο του Γύφτου’’ του Παλαμά όταν ενθουσιαζόταν. Ήταν αγνότατος, ήταν πάντοτε ηρωικά σκεπτόμενος. Δεν μπορώ να απαντήσω αν μπορούσε ποτέ να αποχαυνωθεί. Ούτε θέλω να το πιστέψω, ούτε ήταν δυνατόν. Ήταν ένας πραγματικά προικισμένος άνθρωπος, ηγήτορας στον Αγώνα και πολύ άνθρωπος με τους συναγωνιστές».
«Εκείνο που μετράμε στον Αυξεντίου είναι ότι μέχρι τότε οι περισσότεροι αντάρτες που ήταν στα βουνά παραδίδονταν όταν τους ανάγκαζαν οι Άγγλοι. Αυτό ήταν το μεγάλο παράπονο του Αυξεντίου. Και είπε ‘‘έμαθα τους συναγωνιστές μου πώς να πολεμούν. Είναι καιρός να τους μάθω και πώς να πεθαίνουν’’. Και με τον θάνατό του πράγματι άρχισε συναγωνισμός μεταξύ των ανταρτών ποιος θα ξεπεράσει τον Αυξεντίου. Και είχαμε τον Πετράκη Κυπριανού, ένα παιδάκι με κυνηγετικό όπλο που 17 χρονών τον κάλεσαν να παραδοθεί κι εκείνος αντιστάθηκε με τα φυσίγγια που είχε μαζί του» μας λέει.
Ενταγμένος στην ΕΟΚΑ από το 1955, υπαρχηγός του Διγενή, ο οδηγός ταξί από τη Λύση -το χωριό του κεφιού και του τραγουδιού- ο Γρηγόρης Αυξεντίου επικηρυγμένος καταφεύγει στα βουνά του Πενταδάκτυλου. Ο «Ζήδρος» ή «Ρήγας» ή «Αίαντας» ή «Άρης» ή «Ζώτος» που έφυγε ως «Μάστρος» του κυπριακού απελευθερωτικού αγώνα, ξημερώνεται την 3η Μαρτίου 1957 προδομένος στο κρησφύγετό του στην περιοχή κοντά στην Ιερά Μονή Μαχαιρά. Οι Άγγλοι καλούν τους αντάρτες να βγουν έξω. Ο Αυξεντίου διατάζει τους συναγωνιστές του να βγουν έξω. Στην ομάδα του ήταν οι Ανδρέας Στυλιανού, Αυγουστής Ευσταθίου, Αντώνης Παπαδόπουλος και Φειδίας Συμεωνίδης. «Εγώ θα πολεμήσω και θα πεθάνω. Πρέπει να πεθάνω» επαναλαμβάνει. Ο Άγγλος δεκανέας Μαράιν πλησιάζει στην είσοδο και τον καλεί να παραδοθεί. Μια ριπή ακούγεται και ο Άγγλος πέφτει νεκρός. Μια χειροβομβίδα πέφτει στο κρησφύγετο. Ο Αυγουστής Ευσταθίου γυρίζει στους Άγγλους και λέει: «Αφού τον σκοτώσατε τι φωνάζετε;» Τότε ένας Άγγλος τον σπρώχνει μέσα για να βγάλει το νεκρό Αυξεντίου. Ο Αυγουστής μπαίνει μέσα και φωνάζει στα αγγλικά: «Ελάτε, τώρα είμαστε δυο!». Ακολουθεί σφοδρή μάχη. Οι δυο μαχητές ρίχνουν τη μοναδική καπνογόνο χειροβομβίδα ώστε με την κάλυψη του Αυγουστή να γίνει η έξοδος. Όμως, το αυτόματο του Αυγουστή δεν λειτούργησε. Ακολούθησαν οκτώ ολόκληρες ώρες μάχης. Περί τα 2 το μεσημέρι, οι Άγγλοι αποφασίζουν να τους κάψουν ζωντανούς και περιλούζουν το κρησφύγετο με βενζίνη.
«Ένα υγρό άρχισε να κατακλύζει το κρησφύγετο, γρήγορα δε η μυρωδιά της βενζίνης μας αποκάλυψε τις τελευταίες τραγικές στιγμές της ζωής μας. Είναι βενζίνα Μάστρε μου», του είπα. «Θα μας κάψουν ζωντανούς. Δεν πρόλαβα να τελειώσω τη φράση μου και τρεις εμπρηστικές βόμβες μετέβαλαν το κρησφύγετο σε φλεγόμενο καμίνι. Βρισκόμουν στην είσοδο του κρησφύγετου γονατιστός. Οι φλόγες κάλυψαν τα μαλλιά μου και το δεξί μέρος του προσώπου μου. Ο Αυξεντίου βρισκόταν στο βάθος του κρησφύγετου, ανάμεσα στις φλόγες που τον είχαν ζωσμένο από παντού. Στην απελπιστική εκείνη στιγμή η όψη του ήταν ήρεμη και γαλήνια. Με το ίδιο ατάραχο και αποφασιστικό ύψος και με πολλή στοργή και αγάπη, μόλις τον κοίταξα τρομαγμένος άκουσα από το στόμα του τα τελευταία λόγια που δεν ήταν άλλα από την τόσο αγαπημένη από μένα φράση, που πάντοτε υπήρξε για μένα κουράγιο και έμπνευση. «Μη φοβάσαι Ματρόζο, μη φοβάσαι! Ο σπόρος που σπείραμε, Αυγουστή, βλάστησε. Άναψε και φούντωσε η φλόγα στις καρδιές των Ελλήνων. Τίποτε δεν μπορεί πια να τη σβήσει. Η λευτεριά θ’ ανατείλει όπου νάναι, και ο θάνατός μας θα τη φουντώσει ακόμη περισσότερο».
Μέσα σε κόλαση φωτιάς, ο Αυγουστής κατορθώνει να βγει σώος. Τον ανακαλύπτουν οι Άγγλοι και τον στέλνουν ξανά μέσα να τους φέρει τον Αυξεντίου. «Μόλις μπήκα μέσα» αφηγείται στο «ΕτΚ», «είδα τον Γρηγόρη Αυξεντίου νεκρό, ξαπλωμένο ανάσκελα. Το αριστερό του χέρι ήταν υψωμένο και από τη μέση και πάνω είχε γίνει κάρβουνο. Το άλλο σώμα καιγόταν. Ήταν τόσο ζεστό που κάηκα μόλις τον άγγιξα. Οι στρατιώτες μου φώναζαν να τον σύρω έξω. Δεν με πίστευαν όταν τους έλεγα πως είναι νεκρός. Ήταν αδύνατο να παραδεχτούν πως πέθανε. Για να πεισθούν πως είναι νεκρός αφαίρεσαν μια μεγάλη πέτρα από το στόμιο του κρησφύγετου οπότε φάνηκε ο Αυξεντίου νεκρός».
Οι Άγγλοι αποικιοκράτες με το φόβο των λαϊκών εκδηλώσεων, δεν παρέδωσαν το άψυχο κορμί του Αυξεντίου στους γονείς του να τον θάψουν, αλλά τον έθαψαν κρυφά στις Κεντρικές Φυλακές της Λευκωσίας. Το γεγονός προκάλεσε αλγεινή εντύπωση σ’ όλο τον κόσμο.

Δευτέρα 19 Ιανουαρίου 2009

Τετάρτη 31 Δεκεμβρίου 2008

Καλή χρονιά!


ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ ΣΕ ΟΛΟΥΣ. ΕΥΧΕΣ ΓΙΑ ΧΡΩΜΑΤΑ, ΑΡΩΜΑΤΑ, ΓΕΥΣΕΙΣ ΚΑΙ ΗΧΟΥΣ. ΔΗΛΑΔΗ, ΕΥΧΕΣ ΓΙΑ ΖΩΗ...

FOTO: @ΓΙΑΝΝΗΣ Θ. ΚΕΣΣΟΠΟΥΛΟΣ / "Λαχείο", Πλ. Αριστοτέλους - Θεσσαλονίκη, 31-12-2008

Σάββατο 18 Οκτωβρίου 2008

Έπαρση της σημαίας!

Κι όμως! Κάθε χρόνο το πρωί της 26ης Οκτωβρίου -γιορτή του Άι Δημήτρη και αρχή του εορταστικού τριημέρου για τη Θεσσαλονίκη- γίνεται επίσημη έναρξη της σημαίας στο Λευκό Πύργο. Δυστυχώς, δεν συμμετέχει σχεδόν κανείς. Όλοι κοιμούνται. Γίνεται και νωρίς, γύρω στις 7.30 αν θυμάμαι καλά. Δίνει και ωραίες εικόνες...

FOTO: @ΓΙΑΝΝΗΣ Θ. ΚΕΣΣΟΠΟΥΛΟΣ / "Προς την έπαρση", Θεσσαλονίκη - πλατεία Λευκού Πύργου, 26-10-2007

Τετάρτη 6 Αυγούστου 2008

Χαλάρωση!

Όπως θα καταλάβατε όσοι επισκέπτεστε το blog, πολύ "Ελευθεροτυπία" έπεσε στις διακοπές...

FOTO: @ΓΙΑΝΝΗΣ Θ. ΚΕΣΣΟΠΟΥΛΟΣ / "Άι Γιάννης", Θάσος, 23-7-2008

Κυριακή 3 Αυγούστου 2008

Λύση με λήθη δεν μπορεί...

Διάβασα αρκετές εφημερίδες στις διακοπές μου, μεταξύ αυτών και το θέμα της 20ης Ιουλίου 2008 στο BHMAgazino με τους Ελληνοκύπριους και τους Τουρκοκύπριους να καταθέτουν την ψυχή τους για το Κυπριακό.
«Λένε πως ο άνθρωπος πρέπει την πατρίδα ν’ αγαπά / έτσι λέει ο πατέρας μου συχνά / μα η δική μου η πατρίδα έχει μοιραστεί στα δυο / ποιο απ’ τα δυο κομμάτια πρέπει ν’ αγαπώ;» λέει στο δημοσίευμα η Νέσε Γιασίν, ποιήτρια, διδάκτωρ τουρκοκυπριακής λογοτεχνίας στο πανεπιστήμιο Κύπρου, θυμίζοντας τους δικούς της στίχους που μελοποίησε ο αείμνηστος Μάριος Τόκας.
«Θέλω να συνομιλήσω επί ίσοις όροις με τους Τουρκοκυπρίους» λέει η ζωγράφος Έλλη Νικοδήμου. «Όχι υπό τη σκιά μιας δυνατής Τουρκίας».
Και η μεγάλης ηλικίας έμπορος Έλλη Σταύρου: «… δακρύζει όταν θυμάται τη μητέρα της να λέει: ‘‘να προσεύχεστε στο Θεό να ενσωματωθεί η Κύπρος στον εθνικό κορμό’’. Είμαι ενάντια στην διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία. Θα δώσουμε δικαιώματα στον εισβολέα;»…
Διακριτή ασφαλώς μια απόπειρα συναισθηματικής φόρτισης στο θέμα, προφανώς ενόψει των διαφαινόμενων εξελίξεων, προκειμένου οι Ελληνοκύπριοι να δουν με συμπάθεια ένα νέο σχέδιο του ΟΗΕ και να μην το απορρίψουν όπως έκαναν με το σχέδιο Ανάν το 2004. Ξεχνούν, βεβαίως, αγνοούν ή σκόπιμα παραβλέπουν ότι ένα σχέδιο τύπου Ανάν είναι πάνω απ’ όλα ένα νομικό κείμενο του διεθνούς δικαίου με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Είναι ένα κείμενο που δημιουργεί πλέον de jure καταστάσεις, οι οποίες πλέον δεν ανατρέπονται διπλωματικά. Όλοι θέλουν να επιστρέφουν στα πάτρια, όλοι συμφωνούν στην ενότητα, όλοι συμφωνούν στην ειρήνη, αλλά ποιος είναι ο δρόμος προς αυτά τα αγαθά; Πάντως όχι η λήθη και δη η ετεροβαρής λήθη. Σίγουρα όχι η de jure αποδοχή των προϊόντων του κατοχικού εγκλήματος.
29Ιουλ2008

Πέμπτη 17 Ιουλίου 2008

Καλό καλοκαίρι

Ζωή είναι να μπορείς να βλέπεις το καφέ της πεζούλας και το γαλάζιο τ' ουρανού, τα ξερά στάχυα και τον παλιό μύλο, το φεγγάρι πορτοκαλί και τη νύχτα γαλάζια. Το αστέρι και την ευχή, τον σμαραγδόκηπό σου. Καλό καλοκαίρι...
FOTO: @ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΕΣΣΟΠΟΥΛΟΣ / "Ελλάδα", Τήνος 4-7-2006

Παρασκευή 27 Ιουνίου 2008

Σήμερα γάμος γίνεται!

Σήμερα παντρεύονται η Βάγγω με τον Στέλιο. Μια πάντα "μικρή" στην οικογένεια, που τώρα δεν είναι πια τόσο μικρή, συγκινεί όλους στην οικογένεια. Και τους παρόντες και τους απόντες. Και τον παππού και τη γιαγιά και το θείο -οι οποίοι θα ρίξουν τα ρύζια από τα άσπρα σύννεφα.
Ο παππούς μας, ο Γιάννης -το όνομά του έχω- είχε διαβατήριο αλλά νομίζω ότι το χρησιμοποίησε ελάχιστες φορές για να πάει Βουλγαρία. Για δουλειές, όχι για εκδρομή -εκδρομή του ήταν ο μπαχτσές του, μέχρις εσχάτων. Το τελευταίο πασαπόρτι, το ανανεωμένο, το έχω κρατήσει. Η ημερομηνία γέννησης είναι με το παλιό ημερολόγιο, έτσι είχε καταγραφεί "στα χαρτιά" από τον "περιοδεύοντα" κι αυτό, αρκετά χρόνια αργότερα, τον βοήθησε ώστε για λίγες μέρες μόνο να μην χάσει τον διορισμό του στην Τράπεζα της Ελλάδος -απ' όπου πήρε και σύνταξη. Όνομα πατρός "Δημήτριος" και τ' όνομα αυτό έδωσε κατά τα έθιμα στον πρώτο του γιο, το θείο Δημήτρη, ο οποίος ταλαιπωρήθηκε αρκετά και τελικά πέταξε τον Μάρτιο του 1996 -τον αποχαιρετήσαμε πρωταπριλιά, αν είναι δυνατόν!
Ήταν διαιτητής ποδοσφαίρου, η "φίρμα" της οικογένειας, έπαιζε α' εθνική και στα τέλη της δεκαετίας του '70 ήταν ο κορυφαίος της Επαρχίας (μαζί με Ζλατάνο από Θεσσαλονίκη και Πλατόπουλο από Αθήνα). Ήταν Πανσερραϊκός και ΠΑΟΚτσής αλλά δίκαιος. Κατηγορήθηκε για μεροληψία από παράγοντες του Παναθηναϊκού και του Ολυμπιακού -με δική του γενναία διαιτησία ο ΠΑΟΚ είχε κερδίσει τότε τον Ολυμπιακό μέσα στο Καραϊσκάκη, νομίζω για το κύπελλο Ελλάδος. Ψάλτης στου Τιμίου Σταυρού και στον Αγιαντώνη στις Σέρρες, ιδιαίτερα αγαπητός από πολλούς και ενοχλητικός για τον καθαρό του λόγο από άλλους.
Ο παππούς ήθελε η Βάγγω να γίνει λογίστρια, να πάει να μάθει τα λογιστικά. Η αλήθεια είναι ότι τα λογιστικά δεν τελειώνουν ποτέ, όμως άλλη αίγλη και δυναμική είχαν στην εποχή του παππού. Η Βάγγω τελικά πήγε τουριστικά επαγγέλματα και ευτυχώς δηλαδή. Βρήκε δουλειά καλή και σταθερή σε έναν τομέα με παρόν και μέλλον ατελεύτητο. Βρήκε και το Στέλιο κάπου εκεί στα χοτέλια, και να που παντρεύονται. Απόψε το βράδυ. Και θα 'μαστε όλοι εκεί. Με γέλια και με δάκρυα. Χαράς και συγκίνησης. Για τους παρόντες και τους απόντες. Για τους πρωταγωνιστές. Η ζωή...

Δευτέρα 23 Ιουνίου 2008

Πάλι πίσω...

Μέχρι τις Βρυξέλλες πετάχτηκα για κάτι δουλειές... Ωραία πράματα! Έχω πολλά να γράψω. Για το Euro, για τις Βρυξέλλες, για την Μπρυζ... Από αύριο (ελπίζω). Και ωραίες εικόνες.
FOTO: @Γ. ΚΕΣΣΟΠΟΥΛΟΣ / "Πόζα", Βρυξέλλες 17-6-2008

Τετάρτη 28 Μαΐου 2008

"Σαψαλώθηκα με τον Πανσερραϊκό"

" Φόρτσα Σέρρες και θα γίνει το μεγάλο πήδημα / Α' Εθνική και Σέρρες είν' αδέλφια δίδυμα!" φωνάζαμε με όλη μας τη δύναμη και τη χαρά όταν ο Πανσερραϊκός ανέβαινε στην Α' Εθνική τη δεκαετία του '80. Τώρα, μετά από 15 χρόνια στη Β' Εθνική, ανεβαίνει και πάλι, και το σύνθημα είναι "Σαψαλώθηκα με τον Πανσερραϊκό" .
Ήταν η ομάδα του Λούκοβιτς (αργότερα του Σέχιτς), του Αριτζή, του Ταράση (μετά στον Παναθηναϊκό που έφτασε τετράδα στο Πρωταθλητριών), του Πάντσιου και του Αϊβαζίδη, του Μπάτη, του Πανταζή, του Αναστασιάδη (μετά στον Ηρακλή), του Δημητρίου (ένα φεγγάρι στην ΑΕΚ), του Βάβαλη. Ήταν τα χρόνια που οι τζαμπατζήδες μπαίναν στο γήπεδο με κάτι επικίνδυνες αναρριχήσεις στα δέντρα του γειτονικού σχολείου. Θυμάμαι έναν αγώνα με την Καβάλα στο Δημοτικό Γήπεδο Σερρών που ο Λούκοβιτς έπιασε πέναλτι στο 91', αλλά και μια τεσσάρα κατά του Εδεσσαϊκού σε ένα άδειο και κρύο γήπεδο. Ίσως ήταν το τελευταίο ματς του Πανσερραϊκού που παρακολούθησα. Μετά φοιτητής, Θεσσαλονίκη, Ηρακλής - Ολυμπιακός με γιούχα στον Κοσκωτά κλπ.
Το κυριακάτικο ματς στα χρόνια της εφηβείας ήταν μια παρηγοριά, τώρα ούτε που διανοούμαι οποιαδήποτε εξάρτηση από το ποδόσφαιρο -μόνο απόλαυση κατά απόλυτη βούληση. Κέρδιζε ο Πανσερραϊκός; Χαιρόμασταν. Έχανε; Φεύγαμε λυπημένοι από το γήπεδο, με ένα φάσμα αδιεξόδου στην ψυχή και στο μυαλό μας. Έφταιγε και η επαρχία που ειδικά τότε Κυριακές μεσημέρι ήταν νέκρα. Μόνο οι ιαχές στο γήπεδο ακουγόταν σε όλη την πόλη.
Κι όταν παίζαμε Α' Εθνική, όλες οι μεγάλες ομάδες υπέφεραν, είτε κέρδιζαν είτε έχαναν. Είδαμε μεγάλους παίκτες σε κείνο το γήπεδο. Μέχρι και τον Κρητικόπουλο θυμάμαι. Εκείνα τα χρόνια όταν παίζαμε ποδόσφαιρο, χυδαϊστί μπάλα, με την παρέα, λέγαμε Έλκιερ, Μπράνκο, Ζοσιμάρ, Λίνεκερ, Ρόσσι και Ταρντέλι, αλλά εμείς οι Σερραίοι λέγαμε (παριστάναμε δήθεν) και τον Πανταζή, τον Αναστασιάδη, τον Άιβα, τον Ταράση.
Όπως θυμάμαι και την απορία του Αλέκου: "Κόκκινοι Δαίμονες σου λένε. Μωρέ πέφτουν οι κόκκινοι αν είναι δαίμονες;"

Πέμπτη 15 Μαΐου 2008

Οι καλοί άνθρωποι του Σετσουάν

Από το ethnos.gr:
Οι χειροτεχνίες των μικρών μαθητών ήταν ό,τι απέμεινε από την κατεστραμμένη αίθουσα σχολείου στην πόλη Yongan της επαρχίας Σετσουάν που επλήγη από το σεισμό των 7,8 Ρίχτερ. Από τότε η Yongan εχει γίνει μία πόλη - φάντασμα, καθώς είτε οι κάτοικοί της έχασαν τη ζωή τους από το σεισμό ή εκκένωσαν τις εστίες τους.

Τετάρτη 30 Απριλίου 2008

Επιτάφιος στην Άθυτο

Επιτάφιος στο χωριό, Μεγάλη Παρασκευή στην Άθυτο. Παρά τον πολύ κόσμο στην περιφορά, η κατάνυξη στην εκκλησία του Άι Δημήτρη είναι ιδαίτερη. Συμμετέχει όλο το χωριό. Χωρίς μεγάφωνα, χωρίς φιοριτούρες. Και η περιφορά στο Βράχο και στα στενά του χωριού, ορατή από τον Κουτσόμυλο, εικόνα ηρεμίας, εικόνα γλυκού πένθους για το θάνατο που μας περιτριγυρίζει και την ελπίδα της Ανάστασης.
29Απρ2008
FOTO: @Γ. ΚΕΣΣΟΠΟΥΛΟΣ / "Μεγάλη Παρασκευή στην Άθυτο", 25-4-2008

Κυριακή 20 Απριλίου 2008

Χρόνια πολλά, γλυκειά μου!

Όταν θυμάμαι την ώρα που μαυρισμένη και ταλαιπωρημένη αντίκρυζες του Θεού το φως στις 4 και 25, Μεγάλη Δευτέρα προ διετίας, σε πλήρη εγρήγορση, με βλέμμα φοβισμένης Κινεζούλας, μάτια ορθάνοιχτα και παρατηρητικότητα στο φουλ («γυμνή είσαι αδυνατούλα σαν το γυμνό το στάρι»)… Όταν θυμάμαι την επίμονη προσπάθειά σου αρχικά να καθήσεις, κι έπειτα να πιαστείς από κάπου και να σταθείς στα πόδια σου –η αγωνιώδης και αέναη προσπάθεια του ανθρώπου να ορθοποδήσει… Όταν θυμάμαι τους πρώτους ήχους που βγάλαν χορδές σου, τα χαμόγελα που προηγήθηκαν (μίμησις πράξεως σπουδαίας και τελείας), τα γελαστά ξυπνήματα («Το γέλιο σου… είναι το γέλιο του λυτού στα ψηλώματα αγέρα») και την έντονη ματιά σου… Όταν θυμάμαι τις πρώτες λέξεις που γρήγορα τις ξέχασες για να πεις άλλες συνειδητά πια, τις αταξίες σου, τα σκαρφαλώματα, την έφεση στα ύψη («θ’ ανέβω ψηλά», μας έδειξες), τα σκέρτσα –ό,τι δηλαδή κάνει ένα μωρό σαν και του λόγου σου… Όταν θυμάμαι όλα αυτά, δεν μπορώ να μην ξεκινήσω με ένα… εμβατήριο την φετινή 21η Απριλίου, τώρα που η ίδια η ζωή έχει αλλάξει σημειολογία και νοήματα. Με το εμβατήριο της χαράς, ας πούμε, κι ένα στίχο δανεικό: «Κι ούτε αξίζουνε μάτια σφαλιστά στην αγάπη, / κοίτες βαθιές μακριά απ’ τον πληγωμένο που ζέχνει, / κι όποιον βήμα προς βήμα τη σημαία του κερδίζει». Υ.Γ.: Κατ’ εξαίρεση, παρέμβαση βιωματική, με διάρρηξη Νερούδα.
21Απρ2005

FOTO: @Γ. ΚΕΣΣΟΠΟΥΛΟΣ / «Θ’ ανέβω ψηλά», 26-6-2005.

Παρασκευή 11 Απριλίου 2008

Στον Αγιαντώνη μια φορά…

Χριστούγεννα δεν είναι μόνο το γιορτινό τραπέζι. Δεν είναι καν το γιορτινό τραπέζι, τουλάχιστον όπως πλασσάρεται στην εποχή του καταναλωτισμού. Δεν είναι δηλαδή γαλοπούλες και κατσικάκια, ούτε τζατζίκια, χτυπητές, κανταΐφια και μπακλαβάδες. Γιορτινό τραπέζι είναι επικοινωνία αισθημάτων. Γύρω από ένα τραπέζι. Τελευταίο προπύργιο αξιών. Εστία αναμνήσεων… {πέντε ξημερώματα, άιντε σκωθείτε να πάμε στην εκκλησία, Χριστούγεννα που ‘ναι, χιόνια στους δρόμους, οι ξαδέρφες στο σπίτι από την παραμονή, όλοι μαζί στρωματσάδα, η καθιερωμένη συνάντηση, Χριστούγεννα στις Σέρρες – Πάσχα στο Σέδες, δύσκολο το ξύπνημα, πρώτα φεύγαν οι μεγάλοι (θειοί και θειές δηλαδή) κι έπειτα ξεπρόβαλλαν από τις κουβέρτες τα πρώτα βαριεστημένα κεφαλάκια, κρύο έξω κρύο και το νερό στο μπάνιο, ζόρικες καταστάσεις για το νεαρόν της ηλικίας, με βήματα αργά κι ένας ένας, αυστηρά ένας ένας μπας και τα πει πιο γρήγορα ο παπάς, κι όταν φτάναμε στον Αγιαντώνη, πατώντας στα χιόνια κρυώναν τα πόδια, θολώναν τα τζάμια των γυαλιών, σαν φάτνη η εκκλησιά, οι γνωστοί άγνωστοι παρόντες και κάποιοι παραπάνω λόγω της ημέρας, κατάνυξη και πανηγύρι μαζί, ο παππούς ο Γιάννης πάντα στο στασίδι του, λες και πλήρωνε συνδρομή, στο στασίδι της κι όλη η γειτονιά του παππού, νωρίτερα όμως μπαίνοντας αριστερά πρώτα ανταλάσσαμε βλέμματα με τη γιαγιά Ευαγγελία, ζέστη, αρχαία, αργοί ρυθμοί, μόνο ο παπα Βασίλης ήταν γρήγορος, θαρρείς και σκεφτόταν κι εμάς τα παιδιά, και στο “διευχών” χαμόγελα, χρόνια πολλά, φιλιά και βουρ για το σπίτι, μια ζεστή σούπα γύρω και ξανά κάτω από τις κουβέρτες ή ξυπνούσαμε τα ρεμάλια τις ξαδέρφες, μεγάλες γαρ σιγά μην πάνε εκκλησία…}.
Αναμνήσεις είναι το τραπέζι, αναμνήσεις και αισθήματα. Αυτά το κάνουν γιορτινό. Χρόνια σας πολλά. Με αγάπη. Αρκεί.
25Δεκ2005
FOTO: @Γ. ΚΕΣΣΟΠΟΥΛΟΣ / Στο πλυσταριό, 7-5-2006.