Σάββατο 21 Μαρτίου 2009

Μ. Ρασούλης: «Είναι δυνατόν μέσα στους 100 κορυφαίους Έλληνες να βάζεις Αριστοτέλη και Λαζόπουλο μαζί;»

«Πιστεύω ότι είμαι ο τρίτος μετά τον Ψωμιάδη και τον Άνθιμο που λέει καμιά κουβέντα για την Αθήνα και την Ελλάδα»

«Φανταστείτε ότι δυσκολεύομαι πολύ να κάνω ένα δίσκο με το Νικολόπουλο!»

«Η νεολαία από τη φύση της είναι ρομαντική, θέλει να καταστρέψει το υπάρχον αλλά δεν προτείνει το άλλο»

«Ζήσαμε μια σκοτεινή μέρα βιαιότητας (σ.σ. τα επεισόδια του Κολωνακίου). Ακόμη κι ο Ευαγγελάτος ρώτησε ‘‘πού πάμε’’!»


Του ΓΙΑΝΝΗ Θ. ΚΕΣΣΟΠΟΥΛΟΥ

Την περασμένη Δευτέρα, στον Μοχό της Κρήτης, στην πλατεία Όλαφ Πάλμε, ένας που έμοιαζε τον Μανώλη Ρασούλη, δεν τον έμοιαζε απλώς. Ήταν ο Ρασούλης που έπινα ρακές. «Εδώ ερχόταν ο Πάλμε» μου είπε στο κινητό που τον πήρα για μια καλημέρα. Φαίνεται ότι ακολουθεί πιστά το τρίπτυχο που πρεσβεύει: «ζειν, ευ ζειν, γνώθι σεαυτόν». «Είμαστε σε περιοδεία» μου είπε, «την Πέμπτη (σ.σ. προχθές) στη Bάρδια, το Σάββατο (σ.σ. σήμερα) στις Σέρρες, την παραμονή της 25ης Μαρτίου φεύγουμε για Πάτρα, αρχές Απριλίου Κύπρο και μετά Τρίκαλα». Όλα αυτά, φυσικά, αν δεν δεν γίνουν ανατροπές. «Ο Ρασούλης δεν μπαίνει εύκολα σε πρόγραμμα» λένε οι φίλοι του.

Σημαιοφόρος και χορευτής
«Προτιμώ το Ρωμηός παρά το Έλληνας» λέει ο τραγουδοποιός που γεννήθηκε στο Ηράκλειο στις 28 Σεπτεμβρίου του 1945, μεγάλωσε στο Ηράκλειο, έψαλε στον Πολιούχο Άγιο Μηνά ο οποίος και τον επηρέασε αισθητικά και ιδεολογικά, βοηθούσε τον πατέρα του στο χρυσοχοείο όπου και από εκεί επηρεάστηκε από τα ρολόγια και τον χρυσό, ήταν σημαιοφόρος στο σχολειό του, από μικρός ανήκε στην νεολαία της αριστεράς - αφού ο πατέρας του ήταν για χρόνια στις ιταλικές φυλακές και ο θείος του στο Μαουτχάουζεν - κέρδισε δυο βραβεία στους μοντέρνους χορούς, ήρθε τέταρτος στα τετρακόσια μέτρα στους σχολικούς αγώνες του νομού και γενικά πέρασε πολύ όμορφα παιδικά χρόνια με τα αδέλφια του και τους φίλους του.
Το 1963 πηγαίνει στην Αθήνα, όπου σπουδάζει σκηνοθεσία κινηματογράφου, γράφει ποιήματα, σενάρια, τραγουδάει ερασιτεχνικά στις μπουάτ της Πλάκας και πολιτικοποιείται. Περπάτησε όλες τις πορείες ειρήνης, όπως λέει ο ίδιος, και την «πλήρωσε» με σύλληψη την 21η Απριλίου από την Δικτατορία. Είναι από τους εκείνους τους Έλληνες που δεν διστάζει να πει ότι πέρασε μόνο «μερικές ώρες στην Μπουμπουλίνας». Ίσως ήταν και η μόνη φορά που μπήκε στο κτίριο που από τη μεταπολίτευση μέχρι σήμερα στεγάζει το ΥΠΠΟ. Το 1894 αρνήθηκε στη Μελίνα να συμμετέχει στις γιορτές της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας γιατί δεν θεωρούσε την Αθήνα άξια για τον τίτλο αυτό. Όταν τον ρωτώ αν θα συμμετείχε φέτος π.χ. στις γιορτές για τα εγκαίνια του Νέου Μουσείου Ακρόπολης, δείχνει ότι το ‘χει πάρει απόφαση ότι η θέση του είναι μακριά από την εξουσία. «Δεν θα μας καλέσει ο Σαμαράς. Έχει ορισμένα προκάτ πράγματα που θέλει να προβάλει. Εμείς μιλάμε για τον πολιτισμικό πολιτισμό, αλλά δεν μας ακούει κανείς» λέει.

Από τον Μάη του ’68 στο Δεκέμβρη του 2008
Το 1967 φεύγει για το Λονδίνο, μένει για 6 χρόνια, συμμετέχει στον αντιδικτατορικό αγώνα, συνεργάζεται με τη Βανέσσα Ρεντγκρέιβ, παίρνει μέρος στον Μάη του '68 και τραυματίζεται σοβαρά. Δεν συμφωνεί με όσους μιλούν για εξέγερση της νεολαίας τον περασμένο Δεκέμβρη στη χώρα μας. «Η νεολαία ενστικτωδώς είναι φυσικό να αμφισβητεί το στάτους, από κει και πέρα όμως αρχίσανε διάφορα γεγονότα με καλάσνικοφ, χειροβομβίδες κλπ. Προχθές ζήσαμε μια σκοτεινή μέρα βιαιότητας (σ.σ. αναφέρεται στα επεισόδια του Κολωνακίου). Ακόμη κι ο Ευαγγελάτος ρώτησε ‘‘πού πάμε’’!» λέει και προτείνει μια παγκόσμια ψηφοφορία για να συμφωνήσουμε σε 10 σημεία που θα αποδεχθούμε όλοι για να σώσουμε τη ζωή πάνω στον πλανήτη. Αλλιώς θα πάμε για τρίτο παγκόσμιο πόλεμο που φυσικά θα είναι πυρηνικός ή θα πρέπει να στραφούμε προς το διάστημα». Πιστεύει ότι «η νεολαία από τη φύση της είναι ρομαντική, θέλει να καταστρέψει το υπάρχον αλλά δεν προτείνει το άλλο. Τα ίδια τα παιδιά πρέπει να ξεκαθαρίσουν τη θέση τους».
Τον Ιούνιο του 1973, στο Λονδίνο, γεννιέται «κατά την βούληση της διαλεκτικής της φύσης» ένα κοριτσάκι, η κόρη του, που της έδωσε το όνομα Ναταλία, τιμής ένεκεν στη γυναίκα του Τρότσκι!
Μετά το 1978 «προσαρμόζεται στην ελληνική πραγματικότητα», μελετά, γράφει, ερωτεύεται ξερωτεύεται, διαλογίζεται, αυτοπαρατηρείται, παλινδρομεί , ορμά, ωριμάζει, ανοίγεται, ρισκάρει, πληρώνει το τίμημα. Αναπόφευκτη η αντιπαράθεση με τα πάσης φύσεως κατεστημένα που «βλέπουν σ’ αυτόν ένα κίνδυνο για την πόζα και την ανεπάρκεια τους».

«Εγκέφαλος» της… 17Ν
Το 1978 κυκλοφορεί ο δίσκος «Η εκδίκηση της γυφτιάς». Το 1981, χρονιά της μεγάλης κυβερνητικής αλλαγής στη χώρα, η φωνή του Γ. Νταλάρα τραγουδά τους στίχους του Ρασούλη «Οι κυβερνήσεις πέφτουνε μα η αγάπη μένει» και το 1986 «Πότε Βούδας, πότε Κούδας» με τη φωνή του Νίκου Παπάζογλου. Δυο από τα πολλά καλά τραγούδια του που ακόμη είναι στην πρώτη γραμμή στα χείλη του κόσμου. Τα τραγούδια του γίνονται γνωστά κι αγαπητά στο Ισραήλ, την Τουρκία, τη Σερβία, στις χώρες όπου υπάρχουν Έλληνες αλλά και «για κάποιο μυστήριο λόγο» και στην Ιαπωνία.
Στην Ελλάδα πάντως δεν τα βλέπει και πολύ ρόδινα τα πράγματα. «Η δισκογραφία είναι σε μεγάλη παρακμή δεν βγαίνει τίποτε το ελπιδοφόρο στην Ελλάδα. Φανταστείτε ότι δυσκολεύομαι πολύ να κάνω ένα δίσκο με το Νικολόπουλο!» λέει στο «Κ».
Όταν η Ελλάδα τον πλήγωσε, έφυγε στο εξωτερικό. Πήγε στην Ισπανία, ως άλλος El Greco, γύρισε και τώρα πηγαινοέρχεται συχνά στο Ισραήλ και στην Παλαιστίνη, όπου έχει φίλους και συνεργάτες.
«Κάθε άνθρωπο που στοχάζεται εδώ στην Ελλάδα τον έχουμε στη μπούκα» λέει όταν του θυμίζουμε ότι κατηγορήθηκε ως εγκέφαλος της 17Ν.
Πιστεύει ότι «η ελληνικότητα είναι καθημερινή προσπάθεια και δεν χρειάζονται ιδεοληψίες». «Είναι δυνατόν μέσα στους 100 κορυφαίους Έλληνες να βάζεις Αριστοτέλη και Λαζόπουλο μαζί;» αναρωτιέται χαρακτηρίζοντας «αηδίες» τη διαφήμιση τηλεοπτικού σταθμού για εκπομπή αφιερωμένη στον Κολοκοτρώνη. Υπάρχει πρόβλημα ταυτότητας λέει για την Ελλάδα, προτείνοντας να γίνει «ανασύσταση του ελληνικού έθνους μέχρι το 2021».

«Ο Μεγαλέξανδρος δεν ήταν πατριώτης…»
Είναι από εκείνους που πιστεύουν ότι υπάρχει μεγάλο χάσμα μεταξύ Αθήνας – Μακεδονίας, χαρακτηρίζοντας την πρωτεύουσα «μητρόπολη της αμετροέπειας». «Η Αθήνα δεν έχει ενστερνιστεί τους ελληνιστικούς χρόνους, ακόμη δεν έχουν κάνει άγαλμα του Μεγαλέξανδρου» αναλύσει, εκτιμώντας ότι όταν φωνάζουν Βούλγαροι στα ματς του ΠΑΟΚ «είναι μέρος του χάσματος του ιδεολογικού».
«Πιστεύω ότι είμαι ο τρίτος μετά τον Ψωμιάδη και τον Άνθιμο που λέει καμιά κουβέντα για την Αθήνα και την Ελλάδα. Της Θεσσαλονίκης της ανήκει μια ιστορικότητα και μια δόξα αλλά δυστυχώς δεν την αφήνει η Αθήνα» λέει ενώ έχει άποψη και για το θέμα της ονομασίας των Σκοπίων. Η λύση βρίσκεται «χωρίς ιδεοληψίες με υπέρβαση, σε μια προσέγγιση για τα ιστορικά μας θέματα πιο σοβαρή. Δεν χρειάζονται ούτε αδιαφορία ούτε φανατισμός. Αυτό δεν είναι τρόπος προσέγγισης μια κορυφαίας στιγμής της ιστορίας» λέει στο «Κ». Πιστεύει ότι ο Αλέξανδρος δεν ήταν πατριώτης αλλά οικουμενιστής, ενώ θεωρεί τον βουλευτή του ΛΑΟΣ Κ. Βελόπουλο «ιδεολογικά σιαμαίο» με τον Ν. Γκρούεφσκι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου