Σάββατο 14 Μαρτίου 2009

Ντ. Χριστιανόπουλος: «Μεταξύ μας, ήμουν λίγο κουμασάκι…»

Τα ποιήματα, η αθυροστομία, η εξωστρέφεια, οι «βρώμικες» λέξεις, η ευθύτητα, οι «αγιογραφίες», η δηκτικότητα, ο έρωτας με τη Θεσσαλονίκη

«Ο Χριστιανόπουλος όσο είναι… μάστορας στις ‘‘αγιογραφίες’’ τόσο δεν διστάζει να πει αλήθειες κι αυτό ενοχλεί σεμνότυφους, βολεμένους και καθωσπρέπει»

«Ήμουν εμπαθής, σκαιός, μαλλιοτραβιόμουνα με τον οποιονδήποτε και, γενικά, όσο κι αν φαινόμουνα ένα καλό αγγελούδι, ήμουν λίγο κουμασάκι, μεταξύ μας…»


Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος είναι βασικά ποιητής. Ένας από τους δύο τελευταίους μιας γενιάς, με εξαιρετική και γενικώς αποδεκτή παρακαταθήκη. Ο άλλος είναι ο Τάκης Βαρβιτσιώτης, σε απέναντι όχθες ποιητικές ο καθένας. Ο Ντίνος, όπως τον αποκαλούν οι φίλοι κι οι γνωστοί του, εκτός από την αγάπη του κόσμου, εδώ και λίγα χρόνια έχει γίνει ο αγαπημένος και των αθηναϊκών ΜΜΕ. Η ευθύτητα και η αθυροστομία που χαρακτηρίζουν τον δημόσιο λόγο του, του έχουν χαρίσει αυτή την «τιμή». Ο ίδιος προσπαθεί, συνήθως με αυταρέσκεια, να αποφεύγει τις πολλές παρτίδες με τους δημοσιογράφους, ανταποκρινόμενος θετικά ιδίως σε φίλους και «συστημένους». «Νομίζω ότι ορισμένοι θέλουν να εκμεταλλευτούν την πνευματική μου μαγιά. Εξάλλου σε σχέση με τα ποιήματά μου οι συνεντεύξεις μου είναι είκοσι φορές πιο κάτω» συνηθίζει να λέει. Οπότε λέω να σταματήσω. Αν με αγαπάς κι αν με πιστεύεις, μη θέλεις συνέντευξη. Θα μου κάνεις πολύ καλό» συνηθίζει να απαντά στις αιτήσεις για συνέντευξη.

ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΚΑΙ ΤΟΛΜΗΡΟΣ
Το πραγματικό του επώνυμο είναι Δημητριάδης, όμως έμεινε γνωστός με το λογοτεχνικό ψευδώνυμο που χρησιμοποίησε όταν ήταν 14 ετών κι έγραφε σε περιοδικά του κατηχητικού. Από την πρώτη του ποιητική συλλογή, την «Εποχή των ισχνών αγελάδων», μίλησε ανοιχτά για την ομοφυλοφιλία προκαλώντας την αντίδραση «των συγγενών, του πανεπιστημίου, των κατηχητικών, των δημοσιογράφων και των λογοτεχνών». Η αργόσυρτη φωνή του με τη συνεχόμενη συχνά χωρίς παύσεις έκφραση είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστική. Ακόμη και στις καθημερινές προσφωνήσεις του δεν διστάζει να αστειεύεται με όσους τον χαιρετούν, χρησιμοποιώντας «βρώμικες» λέξεις… ποιητική αδεία! Η πολίτικη καταγωγή του δεν κρύβεται (οι γονείς του ήρθαν ως ανταλλάξιμοι), όπως και οι σπουδές της κλασικής φιλολογίας καθώς και εξωστρεφής είναι και άριστος χειριστής της ελληνικής γλώσσας.
Κάποιοι θεωρούν ότι δεν είναι άλλο από ένας «στριμμένος γέρος» που έχει πολλά κρατημένα για τους συναδέλφους της γενιάς του και ενίοτε «παίρνει την εκδίκησή του», όμως η αλήθεια είναι απλώς ότι ο Χριστιανόπουλος όσο είναι… μάστορας στις «αγιογραφίες» τόσο δεν διστάζει να πει αλήθειες κι αυτό ενοχλεί σεμνότυφους, βολεμένους και καθωσπρέπει, ενοχλεί όσους έχουν μάθει στις κολακείες –και είναι πολλοί σ’ αυτήν την πόλη. Για παράδειγμα, μιλώντας για τη Νέα Πορεία αναφέρθηκε στον τότε διευθυντή του περιοδικού Χρήστο Ντάλια. «Ο Ντάλιας ήταν συμπαθέστατος, μετριότατος ποιητής, ανίκανος να οργανώσει μια εκδοτική προσπάθεια και είναι να απορεί κανείς πως! Αλλά όποιος ξέρει δεν είναι να απορεί. Ιθύνων νους ήταν ο Αλαβέρας. Ο Αλαβέρας πράγματι έπαιξε το ρόλο του αυτό μέχρι το τέλος που πέθανε ο Ντάλιας και τον έπαιξε σεμνά, ευγενικά. Εγώ λόγου χάρη ο οποίος ήμουν και άθλιος μερικές φορές είχα δημοσιεύσει στη Νέα Αλήθεια κριτική εναντίον του Ντάλια και του Κατσόγιαννη που τους έκανα με τα κρεμμυδάκια! Βέβαια μετά μετάνοιωσα, ήταν πάρα πολύ προκλητικό είχα γενικά μια έπαρση που δεν μπορείτε να φανταστείτε πόσο! Μετάνοιωσα αλλά το κακό είχε γίνει» είπε.

ΕΠΙΚΡΙΝΕΙ ΚΑΙ ΑΥΤΟΚΡΙΝΕΤΑΙ
Την προηγούμενη εβδομάδα έκανε μια ιστορική για τα λογοτεχνικά πράγματα της πόλης ομιλία, στο πατάρι του Ιανού, αποκαλύπτοντας άγνωστες λεπτομέρειες για τις σχέσεις των λογοτεχνών της πόλης. Θέμα της εκδήλωσης το περιοδικό «Νέα Πορεία». Ο Χριστιανόπουλος ήταν κεντρικός ομιλητής παρόλο που με τον εκδότη του περιοδικού αείμνηστο Τηλέμαχο Αλαβέρα ήταν μαλωμένος σχεδόν επί τριάντα χρόνια! Πήγε, μίλησε, απέδωσε τα του Καίσαρος τω Καίσαρι, και έβαλε τα πράγματα στη θέση τους. Είναι χαρακτηριστικό το παρακάτω απόσπασμα από την ομιλία του: «Όταν ο Αλαβέρας έβγαλε τη Νέα Πορεία, εγώ λιγάκι κατσούφιασα, γιατί τόσο νιονιό είχα κι εγώ το θεώρησα φυσικά σαν μία διάδοχη κατάσταση του περιοδικού Μορφές. Αυτό ήταν το λάθος μου. Η Νέα Πορεία δεν ήταν διάδοχη κατάσταση. Ήταν ένα νέο πράγμα αλλά αυτό το καταλάβαμε πολύ αργά. Αυτό βέβαια το πλήρωσα ακριβά γιατί αργότερα φτάσαμε σε διάρρηξη των σχέσεών μου με τον Αλαβέρα, η οποία κράτησε τουλάχιστον 30 χρόνια!
Η ικανότητα του Χριστιανόπουλου να μιλά πλέον για πρόσωπα και πράγματα από ένα άλλο επίπεδο, αυτοκριτικά χωρίς να διστάζει και επικριτικά όπου κρίνει, τον έχουν καταστήσει εξαιρετικό μάρτυρα –ενίοτε αυτόπτη ή αυτήκοο- για την ιστορία της λογοτεχνίας της Θεσσαλονίκης, για τα πρόσωπα και τις καταστάσεις, αλλά και για πολιτικά και κοινωνικά γεγονότα που σημάδεψαν την πόλη. «Ο Αλαβέρας εκτός από την εργατικότητα που είχε ήταν ήπιος χαρακτήρας και μετριοπαθής, το εντελώς αντίθετο από μένα ο οποίος ήμουν εμπαθής, σκαιός, μαλλιοτραβιόμουνα με τον οποιονδήποτε και, γενικά, όσο κι αν φαινόμουνα ένα καλό αγγελούδι, ήμουν λίγο κουμασάκι, μεταξύ μας…» είπε χαρακτηριστικά στην πρόσφατη εκδήλωση για το αποχαιρετιστήριο τεύχος του περιοδικού «Νέα Πορεία», δίνοντας μια μοναδική περιγραφή για τον εαυτό του –ρεσιτάλ αυτοκριτικής- την προηγούμενη εβδομάδα.
Ήταν από εκείνους που στάθηκαν επικριτικά απέναντι στην Πολιτιστική Πρωτεύουσα 1997 χαρακτηρίζοντάς την «συστηματικά ανθελληνική» με συγκεκριμένες και προσωποποιημένες κατηγορίες («Ο μεν Κουτσούκος μας έφερε τον Αλβανό, δεδηλωμένο μισέλληνα, Ισμαήλ Κανταρέ, ο δε Σουλιώτης μας κουβάλησε Σκοπιανούς ποιητές» δήλωνε στο ΜΠΕ το 1997).

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΗΣ ΔΙΠΛΑΝΗΣ ΠΟΡΤΑΣ
Όλα αυτά τα στοιχεία, λοιπόν, σε συνδυασμό με το χιούμορ και την οξύνοιά του, έχουν καταστήσει τον Χριστιανόπουλο περιζήτητο περισσότερο από ποτέ ακόμη και στα 78 του χρόνια. Οι προσκλήσεις για να μιλήσει σε βιβλιοπαρουσιάσεις, εκθέσεις βιβλίου, σε τηλεοπτικές εκπομπές είναι πολύ συχνές. Μπορείς να τον συναντήσεις εύκολα, διότι κυκλοφορεί στην πόλη, σχεδόν πάντα μόνος, και συμμετέχει στις λογοτεχνικές συνάξεις.
Εκτός από ποίηση, ο Χριστιανόπουλος έχει γράψει δοκίμια, τραγούδια, έχει μελετήσει κι έχει τραγουδήσει Τσιτσάνη, έχει κάνει ραδιόφωνο στον 9,58FM. Ο Χριστιανόπουλος είναι ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας. Αν και έχει κατακτήσει μια γνήσια αναγνωρισιμότητα, μέσα από το ποιητικό του έργο και το δημόσιο λόγο του, όχι από τα κανάλια των ΜΜΕ, τα τελευταία 8 χρόνια ζει σε ένα μικρό διαμέρισμα στην περιοχή των Σαράντα Εκκλησιών, πάνω από την Πανεπιστημιούπολη. Μετακόμισε εκεί το 2000 εγκαταλείποντας την Άνω Πόλη. Ερωτευμένος με τη Θεσσαλονίκη, την περπάτησε, της έγραψε και ποτέ δεν την εγκατέλειψε παρόλο που οι πειρασμοί και οι προσκλήσεις από την Αθήνα δεν έλειψαν καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του.
Σε μια συνέντευξή του είχε πει ότι έμεινε στη Θεσσαλονίκη γιατί την αγαπά και νοιώθει σαν ένα δέντρο που δεν επιλέγει που θα ριζώσει. Αν η Θεσσαλονίκη του ανταπέδωσε αυτήν την αγάπη, μόνον ο ίδιος το ξέρει. Το σίγουρο είναι ότι ο ποιητικός και ο δημόσιος λόγος του, οι καταγραφές, οι διαπιστώσεις και οι διατυπώσεις του έχουν ταυτιστεί και εξακολουθούν να συμπορεύονται με την πόλη και την Ιστορία της.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου