Η ιστορία με τους «Κινηματογραφιστές στην Ομίχλη» που απειλούν ακόμη ότι 23 ελληνικές ταινίες θα απέχουν φέτος από το 50ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και από τα Κρατικά Βραβεία του ΥΠΠΟ, με το αιτιολογικό ότι δεν έχει ψηφιστεί ακόμη ο νέος νόμος για τον κινηματογράφο, είναι το λιγότερο ύποπτη.
Κατανοητή αρχικά η αντίδραση απέναντι σε μια κυβέρνηση που «δεσμεύτηκε» ότι θα έφερνε το νόμο περί κινηματογράφου τον Σεπτέμβριο του 2004, όμως τελικά επί πεντέμισι χρόνια τον περιέφερε από συρτάρι σε συρτάρι κάθε νέου υπουργού –με ό,τι… απολιτιστίκ αυτό συνεπάγεται.
Κατανοητό, επίσης, το φθινόπωρο του 2009 να πιέζουν μια απερχόμενη κυβέρνηση και λίγο μετά να μην αρκούνται στη ρητή δέσμευση του νέου υπουργού Πολιτισμού, αν το εκλάβουμε ως αντίδραση στην απραξία της πολιτείας. Κατανοητό αλλά όχι εύλογο και αποδεκτό αυτή τη φορά.
Κι ας έχουν επί της ουσίας δίκιο. Πολύ περισσότερο που όλο αυτό το παιχνίδι γίνεται στην πλάτη του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης που φέτος γιορτάζει τα 50 του χρόνια και θα όφειλε σύμπασα η κινηματογραφική κοινότητα να στηρίξει όχι απλώς τον φετινό εορτασμό αλλά και την πορεία του στην έκτη δεκαετία της ζωής του.
Τελικά, όμως, φαίνεται ότι οι «Κινηματογραφιστές στην Ομίχλη» δεν είναι παρά… «ομιχλώδεις κινηματογραφιστές» και τα κίνητρά τους είναι κι αυτά ομιχλώδη. Φαίνεται ότι πίσω από το πρώτο πλάνο της αντίδρασής τους υπάρχει και δεύτερο, πιο ενδιαφέρον, που έχει να κάνει με το πως θα πληγεί το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Μέχρι και ο Θόδωρος Αγγελόπουλος πήρε σαφείς αποστάσεις το περασμένο Σάββατο, με δηλώσεις του σε αθηναϊκή εφημερίδα, ζητώντας από την ομάδα να πάει στο Φεστιβάλ, αλλά να μην μετάσχει στα Κρατικά Βραβεία Ποιότητας. Κι ας είχε δώσει αρχικά τις ευλογίες του.
Εάν πρόκειται περί αγαρμποσύνης, οι σκηνοθέτες οφείλουν να κάνουν πίσω άμεσα. Αν πρόκειται περί ιδιοτέλειας, απλώς εκτίθενται συνεχώς διότι δείχνουν ότι στόχος τους είναι η υποβάθμιση του Φεστιβάλ της Θεσσαλονίκης. Αφού το σύστημα πήρε σχεδόν όλες τις θέσεις εργασίας του Φεστιβάλ Κινηματογράφου από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα, αφού το Φεστιβάλ διοικείται από την πρωτεύουσα, τώρα είναι ώρα για το επόμενο βήμα. Τα προηγούμενα χρόνια, συγκεκριμένοι δημοσιογράφοι στη Θεσσαλονίκη διαμαρτύρονταν έντονα για τη συνέντευξη Τύπου η οποία εδώ και 5-6 χρόνια «διολίσθησε» στην Αθήνα. Δυστυχώς, η στάση των κινηματογραφιστών τους δικαιώνει.
Αν οι προθέσεις ήταν αγαθές, τότε οι «Ομιχλώδεις Κινηματογραφιστές» θα αρνούνταν –τουλάχιστον- να προβάλλουν τις ταινίες τους σε όλα τα ελληνικά φεστιβάλ –και αυτά που διοργανώνονται στην Αθήνα ή άλλες πόλεις και είναι πλέον ευθέως ανταγωνιστικά στο Φεστιβάλ της Θεσσαλονίκης. Όσα λάθη κι αν χρεώνουν ορισμένοι από αυτούς στη διευθύντρια του ΦΚΘ Δ. Μουζάκη (δικαίωμά τους είναι να έχουν δική τους άποψη), το κοινό καλό που εν προκειμένω είναι το καλό του σινεμά δεν δικαιολογεί τη στάση τους. Ακόμη κι αν έχουν δίκιο για το θέμα της κατανομής των κονδυλίων από το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, δεν μπορούν να παίζουν με τον κορυφαίο διεθνή θεσμό της Θεσσαλονίκης. Στο κάτω κάτω το Φεστιβάλ τι φταίει;
Αν θυμηθούμε και τις μεγάλες αντιδράσεις, γνωστές από το ρεπορτάζ, για να φύγει η καθόλα επιτυχημένη Διεθνής Έκθεση Βιβλίου από τη Θεσσαλονίκη και να πάει στην Αθήνα, ή την άδοξη αυλαία του Φεστιβάλ Τραγουδιού που αντί να βρει το δικό του λόγο ύπαρξης εξαφανίστηκε εν μία νυκτί, τότε είναι εύλογο για τον καθένα να υποθέσει τα κίνητρα των «Ομιχλώδών Κινηματογραφιστών». Εξάλλου, το έγραψε την περασμένη Κυριακή ο Νίκος Ξυδάκης στην «Καθημερινή» ότι «Αυτή τη στιγμή, η Θεσσαλονίκη είναι καλλιτεχνικός προορισμός», αναφερόμενος στις εικαστικές δράσεις των πέντε «συνασπισμένων» μουσείων και ιδιαιτέρως της Μπιενάλλε Εικαστικών. Αυτό, βεβαίως, δεν σημαίνει και… «αγαπημένος προορισμός».
Οι «Ομιχλώδεις Κινηματογραφιστές» έχουν μια τελευταία ευκαιρία να διορθώσουν το λάθος τους, να πάψουν να συμπεριφέρονται σαν ιδιοτελείς συνδικαλιστές που λειτουργούν εκβιαστικά κατά το δοκούν. Στις 14 μέρες που απομένουν μέχρι την πρεμιέρα του 50ού Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, η εμμονή και η επιμονή τους δεν θα είναι άλλο παρά σημάδια ενοχής και ιδιοτέλειας.
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στις 31/10/2009 στο "Κεντρί".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου