Η κ. Θάλεια Δραγώνα είναι γνωστή για τις απόψεις της εδώ και χρόνια. Και στην υπόθεση Ρεπούση είχε αναμιχθεί, όπως και πολλές από τις 342 αυτόματες –προφανώς- υπογραφές ακαδημαϊκών που τάχθηκαν στο πλευρό της… δευτερόλεπτα μετά την τοποθέτηση Καρατζαφέρη στη Βουλή και τα πυρά που εξαπέλυσε εναντίον της την τελευταία μέρα της συζήτησης για τον προϋπολογισμό 2010.
Απορίας άξιον είναι γιατί ορισμένοι την ανακάλυψαν και πάλι όψιμα, τώρα που πήρε τη θέση της ειδικής γραμματέως του υπουργείου Παιδείας. Μετά την υπόθεση της Ιστορίας της Στ’ Δημοτικού ήταν υποψήφια ευρωβουλευτής, αν δεν κάνω λάθος, και αργότερα βουλευτής επικρατείας εκλεγμένη με το ΠΑΣΟΚ. Το να της ανατίθεται ένα τέτοιο νευραλγικό πόστο για την ελληνική εκπαίδευση είναι σίγουρα μείζον θέμα, όμως κακώς προσωποποιείται το όλο ζήτημα. Με απλά λόγια, το πρόβλημα δεν είναι η κυρία Δραγώνα. Ούτε το ότι είναι σύζυγος του κ. Μουζέλη και φίλη της κ. Ρεπούση. Αυτό είναι κουτσομπολιό, όχι πολιτική.
Το θέμα είναι ότι ο ψηφοφόρος λαός που –κατά πολλούς- πέταξε έξω από τη Βουλή τη Μ. Γιαννάκου αποδοκιμάζοντας τη στάση της για το βιβλίο Ιστορίας, ο ίδιος λαός ανέδειξε το ΠΑΣΟΚ κυβέρνηση και τον Γιώργο Παπανδρέου πρωθυπουργό. Επιδοκίμασε δηλαδή όχι απλώς πρόσωπα αλλά μια τάση με διακομματικά χαρακτηριστικά, μια τάση που διαθέτει στελέχη σε όλους τους κομματικούς σχηματισμούς (ΣΥΝ, ΠΑΣΟΚ, ΝΔ). Αυτό μπορεί να έγινε λιγότερο ή περισσότερο συνειδητά, υπό την έννοια ότι δεν ήταν το κρίσιμο στις εκλογές της 4ης Οκτωβρίου.
Όμως η πολιτική πάλη υπάρχει, όπως είναι φυσικό και αναγκαίο να υπάρχει σε μια δημοκρατία. Και όπως συμβαίνει σε κάθε δημοκρατικό καθεστώς, ο νικητής επιβάλλει τις δικές του απόψεις, ο νικητής κυβερνά και ο νικημένος ελέγχει.
Επομένως η αντιμετώπιση του θέματος με προσωπικά κριτήρια είναι πέρα για πέρα λάθος. Το ζήτημα είναι καθαρά πολιτικό και αυτό θα πρέπει να το καταλάβουν όσοι στο πι και φι μαζεύουν υπογραφές ή στήνουν συλλαλητήρια για λόγους εντυπώσεων.
Το πρόβλημα της Κεντροδεξιάς είναι ότι η εδώ και δεκαετίες απουσία κάθε προβληματισμού για τις ιδεολογικές επιλογές της και τους τρόπους υποστήριξής τους έχει δημιουργήσει ένα χάος στο χώρο. Έτσι, την ώρα που οι διεθνιστές της Αριστεράς με κάθε μέσον προωθούν τις απόψεις και τις ιδέες τους, αξιοποιώντας τους ανθρώπους και τα πόστα τους, η Κεντροδεξιά δεν έχει αποσαφηνίσει ούτε στο εσωτερικό της ούτε προς τα έξω τις γαλάζιες και τις κόκκινες γραμμές της όσον αφορά βασικές έννοιες όπως η πατρίδα, το έθνος, η κοινωνία, έννοιες που καθορίζουν τις πολιτικές επιλογές της καθημερινότητας. Για παράδειγμα, εάν ρωτήσει κανείς τα μέλη της κοινοβουλευτικής ομάδας της ΝΔ για το μεταναστευτικό νομοσχέδιο που προωθεί η κυβέρνηση, σίγουρα θα πάρει πολλές και διαμετρικά αντίθετες απαντήσεις. Ένα σαφές ιδεολογικό πλαίσιο θα προοιώνιζε τις επιλογές, θα διασφάλιζε την αξιοπιστία της Κεντροδεξιάς απέναντι στην κοινωνία, δεν θα έδινε «γήπεδο» σε ακραίες φωνές –διότι, ως γνωστόν, μπορεί να λέμε όλοι τα ίδια όμως δεν εννοούμε όλοι τα ίδια.
Αυτό είναι και ένα μεγάλο στοίχημα για τον Αντώνη Σαμαρά για το 2010 και πέρα. Να καταφέρει, δηλαδή, πατώντας στις ιδρυτικές αρχές της Νέας Δημοκρατίας να διαμορφώσει συγκεκριμένο ιδεολογικό πλαίσιο με εφαρμογή στην καθημερινότητα.
Κατά τα λοιπά, η ζωή συνεχίζεται. Καλή χρονιά!
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο "Κεντρί" την 1/1/2010.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου