
ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ ΣΕ ΟΛΟΥΣ. ΕΥΧΕΣ ΓΙΑ ΧΡΩΜΑΤΑ, ΑΡΩΜΑΤΑ, ΓΕΥΣΕΙΣ ΚΑΙ ΗΧΟΥΣ. ΔΗΛΑΔΗ, ΕΥΧΕΣ ΓΙΑ ΖΩΗ...
FOTO: @ΓΙΑΝΝΗΣ Θ. ΚΕΣΣΟΠΟΥΛΟΣ / "Λαχείο", Πλ. Αριστοτέλους - Θεσσαλονίκη, 31-12-2008
Θα κάνει κόμμα ο Τατούλης που «τους ξέρει όλους στην Αρκαδία» ακόμη και τους ψηφοφόρους του Ρέππα; Ποιοι κρύβονται πίσω από την απόφασή του να βουτήξει στο κενό από τον 4ο όροφο της πολιτικής σκηνής, στα πρότυπα του «φίλου» του που τον είχε γενικό γραμματέα στο ΥΠΠΟ; Τι θα κάνει τώρα ο Καραμανλής με τους 151; Πως θα κυβερνήσει;
Ασφαλώς είναι το λιγότερο αφελές να κάνει κόμμα ο Τατούλης επειδή τους ξέρει όλους στην Αρκαδία, όμως οι κινήσεις του τον τελευταίο χρόνο δείχνουν ότι τα βήματά του δεν είναι τυχαία. Δεν είμαι από εκείνους που πιστεύουν ότι όποιον βγαίνει έξω από το μαντρί θα πρέπει να τον τρώει ντε και καλά ο λύκος, όμως έχουμε κουραστεί από μεσοβέζικες εξόδους των προβάτων. Άρα τα ωραία λόγια του Αρκά, προσωπικά, τίποτε δεν μου λένε.
Αν ο Τατούλης ήταν «καθαρός» όφειλε να παραιτηθεί από βουλευτής. Όφειλε και οφείλει να το κάνει σύμφωνα με τις πομπώδεις διακηρύξεις του – εκθέσεις ιδεών, σα να ανακάλυψε τώρα την πραγματική πολιτική. Γιατί έτσι φαίνεται σε όσους τον γνώρισαν όχι ως αντάρτη αλλά ως υφυπουργός της πρώτης κυβέρνησης Καραμανλή –είχε κι αυτός τις αδυναμίες του.
Άλλη πολιτική παρατήρηση είναι ότι καμιά φορά οι 151 είναι πιο ισχυρή πλειοψηφία από τους 160 κλπ (το ‘χει πει ο Παυλόπουλος). Αυτή είναι και η απαίτηση του κόσμου γιατί όποιος κυκλοφορεί στο δρόμο, πάει σούπερ μάρκετ, εργάζεται, ζει την καθημερινότητα δεν θέλει πλέον διαπιστώσεις. Έχει ανάγκη από αποφάσεις, τομές στη νοοτροπία, τη δομή και τη λειτουργία του κράτους. Είτε ζει Αθήνα είτε Θεσσαλονίκη.
Κι επειδή οι πολιτικοί μας δεν πολυκυκλοφορούν, ένα νέο κόμμα εύκολα μπορεί να αποδειχθεί «ανθυγιεινό» γιατί μπορεί να τους γνωρίζουν όλους στην Αρκαδία αλλά στην πραγματικότητα να μην ξέρουν τίποτα…
Την Τρίτη 18 Νοεμβρίου 2008, στις 8:00 το βράδυ, στον ΙΑΝΟ (Αριστοτέλους 7) ο Γιώργος Πολυράκης παρουσιάζει το βιβλίο του «Οι αετοί πεθαίνουν ελεύθεροι», εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ. Θα μιλήσει ο Γιάννης Κεσσόπουλος, δημοσιογράφος, και η Καίτη Χατζοπούλου-Κατίκου, μέλος της λέσχης ανάγνωσης της ΧΕΝ κέντρου και της ομάδας "Ομιλείτε Ελληνικά". Αποσπάσματα από το βιβλίο θα διαβάσει ο ηθοποιός Αυγουστίνος Ρεμούνδος. Οι μουσικοί Κώστας Καλλέργης και Γιάννης Σκουλάς θα πλαισιώσουν την εκδήλωση με λύρα και λαούτο, ενώ θα προβληθούν αποσπάσματα από την ταινία "Η μάχη της Κρήτης" του Βασίλη Γεωργιάδη (1970).
Τον Μάιο του 1941, μετά την κατάληψη της Κρήτης από τους Γερμανούς, ο ίλαρχος Άρης Παπαδάκης και η αγαπημένη του, Έρρικα Ρόζενμπεργκ, ακολουθούν την ελληνική βασιλική οικογένεια και τον πρωθυπουργό στην Αίγυπτο και κατόπιν στη Νότιο Αφρική. Όμως, οι άνεμοι του πολέμου χωρίζουν το ζευγάρι, φέρνοντας την Έρρικα στην Αγγλία, μπλεγμένη σε μιαν απίστευτη όσο κι επικίνδυνη ιστορία κατασκοπίας που δεν της αφήνει καμία οδό διαφυγής, και τον Άρη στην αδούλωτη πατρίδα του, την Κρήτη, όπου έρχεται αντιμέτωπος με έναν αδίστακτο Γερμανό επιστήμονα. Σε μια Ευρώπη όπου κυριαρχούν η ισοπεδωτική βία και ο όλεθρος του πολέμου, η φρίκη των στρατοπέδων συγκέντρωσης και η διεστραμμένη μισαλλοδοξία των ναζί, οι δυο νέοι θα χάσουν ο ένας τα ίχνη του άλλου, θα δουν τις μοίρες τους να διασταυρώνονται με τις μοίρες άλλων ανθρώπων παρασυρμένων στη δίνη του πολέμου, και θα αγωνιστούν με πάθος για τη ζωή και την ελευθερία τους. Στις περιπέτειές τους θα τους συνοδεύει πάντοτε άσβηστη η ελπίδα ότι το τέλος του πολέμου θα σημάνει και την αρχή μιας καινούργιας κοινής ζωής για τους δυο τους. Ένα μυθιστόρημα όπου ζωντανεύει ένας ανελέητος κόσμος από κατασκόπους, πλεκτάνες και αδίστακτους βασανιστές, μα και μια ακατανίκητη αγάπη. Μια αγάπη που αντέχει στις θύελλες και που περιβάλλεται από ένα φωτοστέφανο πίστης σε ό,τι σημαίνει η λέξη άνθρωπος.
Ο Γιώργος Πολυράκης γεννήθηκε στα Σφακιά της Κρήτης. Σπούδασε Ιατρική στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, του οποίου είναι διδάκτωρ. Σήμερα εργάζεται ως χειρουργός στη Θεσσαλονίκη, όπου και ζει. Το 1994 κυκλοφόρησε το πρώτο του μυθιστόρημα με τίτλο ΛΥΤΡΩΣΗ και το 1995 το δεύτερο βιβλίο του με τίτλο ΜΑΘΗΤΙΚΕΣ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ. Ένα χρόνο αργότερα κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ το μυθιστόρημα ΕΚΕΙΝΗ Η ΣΤΙΓΜΗ. Ακολούθησε, το Δεκέμβριο του 1998, το μυθιστόρημα ΧΟΡΕΥΟΝΤΑΣ ΣΤΗ ΣΙΩΠΗ, το οποίο αγαπήθηκε αμέσως απ' το αναγνωστικό κοινό και τιμήθηκε με το Βραβείο Πεζογραφίας της Ελληνικής Εταιρείας Χριστιανικών Γραμμάτων. Από τις Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ κυκλοφορούν επίσης τα βιβλία του ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΜΕ ΤΟ ΧΘΕΣ (Α΄ Βραβείο Μυθιστορήματος από τον Φιλολογικό Σύλλογο "Παρνασσός"), Η ΚΟΡΗ ΤΗΣ ΑΝΕΜΩΝΗΣ που σύντομα θα κυκλοφορήσει στα τούρκικα, ΜΕ ΤΗΝ ΠΝΟΗ ΤΟΥ ΑΝΕΜΟΥ, ΜΑΚΡΙΝΟΙ ΟΡΙΖΟΝΤΕΣ (στην τελική πεντάδα για το βραβείο ΣΚΑΪ αναγνωστών) ΣΙΩΠΗΛΕΣ ΚΡΑΥΓΕΣ και ΣΑΝ ΝΑ ΜΗΝ ΠΕΡΑΣΕ ΜΙΑ ΜΕΡΑ.
Στην εποχή του «πούλα πούλα», δεν είναι σπάνιο όντως λογοτεχνήματα να μένουν μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, έξω από τις –ούτως ή άλλως αμφιλεγόμενες- λίστες των ευπώλητων, επειδή ο συγγραφέας τους είναι ασκητής της τέχνης του και όχι «p.r.», ενώ ο εκδότης του εκτιμά ότι δεν ήρθε ακόμη η ώρα ακόμη να ποντάρει στο συγκεκριμένο «άλογο». Οι «Μέρες Αλεξάνδρειας» είναι από εκείνα τα όντως λογοτεχνήματα που ευτυχώς βρήκαν το δρόμο προς τον αναγνώστη, έχοντας ξεπεράσει τις 11.000 πωλήσεις, παρά το χαμηλότονο του όλου πράγματος.
Το φινάλε του βιβλίου σφραγίζεται με το θάνατο του κεντρικού ήρωα, του καπνοβιομήχανου Κωστή Χάραμη, στη θέα των οπλισμένων φαντάρων με τα κόκκινα μπερεδάκια, στη θέα της εθνικοποίησης του εργοστασίου του από τους άνδρες του Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ, στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’50. Σκηνή που φέρνει στη μνήμη το ντοκιμαντέρ «Σαλβαδόρ Αλιέντε» του Χιλιανού Πατρίσιο Γκουσμάν, με τις εθνικοποιήσεις που επέβαλε ο δολοφονηθείς (ή ηρωικός αυτόχειρ) πρόεδρος της Χιλής, αλλά και το «Σπίτι των Πνευμάτων» της Ιζαμπέλ Αλιέντε με την αρπαγή της περιουσίας από το καθεστώς Πινοσέτ.
Σκληρές ανθρώπινες στιγμές από ακραίες πολιτικές επιλογές, οι εθνικοποιήσεις του Νάσερ βάζουν την τελεία και την παύλα στο καινούριο μυθιστόρημα του Δημήτρη Στεφανάκη, σημαίνοντας συνάμα το ιστορικό τέλος της κάποτε ακμάζουσας ελληνικής παροικίας της Αλεξάνδρειας.
Ο Δ.Σ. τόλμησε να συγγράψει ένα πραγματικό μυθιστόρημα, όχι μόνο κρίνοντας από τον όγκο αλλά προπάντων από το ύφος και τη δομή του λογοτεχνήματος, σε μια εποχή δύσκολη για το είδος. «Κάθε άνθρωπος της διασποράς έχει τη δική του ιστορία, την οποία είναι πάντα πρόθυμος να διηγηθεί, παραλείποντας ωστόσο συχνά ένα μικρό μυστικό» γράφει (σελ. 126) δίνοντας το στίγμα των χαρακτήρων του.
Τέσσερα είναι τα κομβικά πρόσωπα. Ο Αντώνης Χάραμης, ο «Πατριάρχης του ελληνικού τσιγάρου στην Αίγυπτο», ο οποίος στις 4 Αυγούστου 1914, ημέρα που η Αγγλία κηρύσσει τον πόλεμο κατά της Γερμανίας, υπογράφει τη μεγάλη σύμβαση του προμηθευτή τσιγάρων του αγγλικού στρατού της Αιγύπτου. Όταν αυτός πεθαίνει, τη σκυτάλη παίρνει ο γιος του, ο Κωστής Χάραμης [«Είμαι ένας ικανός και νομιμόφρων άνθρωπος που έχει την ατυχία να περιστοιχίζεται από προβληματικούς συγγενείς –ένα αδελφό ναζί, έναν ξάδερφο κομμουνιστή, μια πρώην σύζυγο σιωνίστρια και μια μητέρα αρχαιοκάπηλο», όπως περιγράφει ο ίδιος τον εαυτό του]. Το μοιραίο πρόσωπο που ξεψυχά μαζί με το εργοστάσιο.
Συνεκτικά πρόσωπα των δύο γενεών, ο Ελιάς Χούρι και η Υβέτ Σαντόν. Ο πρώτος, επονομαζόμενος «Λιβανέζος», βρετανός κατάσκοπος και ικανός τυχοδιώκτης. Η δεύτερη, Γαλλοελβετίδα καλλονή για όλους τους άνδρες, με τον ερωτισμό να την χαρακτηρίζει σε όλη τη ζωή της, μυημένη κι αυτή στην βρετανική αντικατασκοπία. Ίσως γι’ αυτό υπήρξαν και οι δύο στενά συνδεδεμένοι με τους Χαράμηδες, αφού κάποιος θα ‘πρεπε να τους παρακολουθεί. Ο «Λιβανέζος» φίλος και συνεργάτης αμφοτέρων, η εταίρα ερωμένη του πατρός Αντώνη και της γυναίκας του υιού Κωστή. «Νομίζω πως κατά κάποιο τρόπο γνωριζόμαστε. Σας θυμάμαι από την κηδεία του πατέρα μου» της λέει ο Κωστής (σελ. 633) λίγο μετά την άνοδο του Νάσερ, με την τραγική ειρωνία να «δένει» τα πρόσωπα του μυθιστορήματος μεταξύ τους, περικλείοντας συνάμα το δράμα του ήρωα που αγνοεί –και θα αγνοεί για πάντα- δύο συγκλονιστικές πραγματικότητες: ότι η Υβέτ υπήρξε ερωμένη του πατέρα του και της γυναίκας του!
Γύρω από αυτά τα τέσσερα πρόσωπα κινούνται δεκάδες άλλα, το καθένα με το δικό του σημαίνοντα ρόλο και τη δική του ταυτότητα, το καθένα θέτει κι ένα ζήτημα προς προβληματισμό του αναγνώστη: εβραϊκό, ναζισζμός, ομοφυλοφιλία, κομμουνισμός, εκπατρισμός αρχαιοτήτων κ.ά.
«Σταυροδρόμι» στην εξέλιξη της υπόθεσης ο θάνατος του Αντώνη Χάραμη, που παθαίνει εγκεφαλικό όταν εμφανίζεται ξαφνικά μπροστά του ο τρίτος γιος του, καρπός παράνομου προπολεμικού έρωτα.
Κομβικά για την εξέλιξη της ιστορίας τα «ξεκαθαρίσματα λογαριασμών» που κάνει ο συγγραφέας σε τρία σημεία του μυθιστορήματος. Με λεκτικές ριπές ο συγγραφέας λύνει ορισμένα από τα μυστήρια των προηγουμένων σελίδων – ετών, δίνοντας ταυτόχρονα ώθηση στην αφήγησή του [Π.χ. (σελ. 458-459) μέσα σε τρεις σειρές «καθαρίζει» πρόσωπα και καταστάσεις: «Ο Αντώνης κι ο Θανάσης πήραν από μια θέση στο χώμα, ο Γεωργάς ένα κρεβάτι στο νοσοκομείο και ο θείος Στρατής μια θέση στο τρελάδικο»].
Χαρακτηριστικό στοιχείο, επίσης, τα άγνωστα γαλλικά, μάλλον «συνδετικός κρίκος» του συγγραφέα με το πλούσιο μεταφραστικό του παρελθόν. Η απουσία μετάφρασης το καθιστά από τα πιο ζωντανά στοιχεία του βιβλίου, που καθιστούν την ανάγνωση μοναδική για κάθε αναγνώστη καθώς ο καθένας αντιλαμβάνεται… ό,τι μπορεί από τα συμφραζόμενα.
Οι «Μέρες Αλεξάνδρειας» είναι ένα ιστορικό μυθιστόρημα, με το ατομικό και συλλογικό πεπρωμένο όχι απλώς να διασταυρώνονται αλλά να αλληλοεξαρτώνται και να αλληλοεπηρεάζονται. Οι ήρωες συμμετέχουν στις ιστορικές εξελίξεις και τα ιστορικά γεγονότα επηρεάζουν τη ζωή τους.
Πολιτικό μυθιστόρημα δεν μπορούμε να το χαρακτηρίσουμε χωρίς ωστόσο να λείπουν οι πολιτικές κρίσεις του συγγραφέα για καταστάσεις και πρόσωπα της εποχής, κρίσεις οι οποίες εκφράζονται από τα χείλη των χαρακτήρων. Π.χ. Ο πατριάρχης της οικογένειας των καπνοβιομηχάνων Αντώνης Χάραμης τάσσεται εξαρχής και σε όλη τη διάρκεια με τους βενιζελικούς και κατά του βασιλιά. «Ο πόλεμος και το εμπόριο είναι τα δυο πόδια του πολιτισμού μας» (σελ. 13) είναι η φράση με την οποία ο Δ.Σ. ξεκινά: σκέψη, άποψη, «φιλοσοφία», θέση «από τ’ αποδυτήρια».
«Το τσιγάρο το κάνει ο καπνός» (σελ. 392) έλεγε πάντα ο Αντώνης Χάραμης. Και το βιβλίο ο συγγραφέας. Οι «Μέρες Αλεξάνδρειας» το αποδεικνύουν. Ο Δ.Σ. στην καλύτερή του συγγραφική στιγμή μέχρι σήμερα.
Μ’ ένα νέο πεζό ποίημα του Ντίνου Χριστιανόπουλου για το κόστος της ομορφιάς (των άλλων) στη ζωή μας, εμπνευσμένο από ένα μπρούντζινο γλυπτό κεφάλι του Ρωμαίου αυτοκράτορα Αλέξανδρου Σεβήρου, ανοίγει το τεύχος 82 του «Εντευκτηρίου» (Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2008, 192 σελίδες, 10 ευρώ).
ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ ΠΟΙΗΣΗ Το τεύχος προδημοσιεύει ένα απόσπασμα από το τελευταίο, ανέκδοτο μυθιστόρημα «Μαμά, φοβάμαι» της Στέλλας Βογιατζόγλου, που πέθανε πρόσφατα, μόλις στα 58 της χρόνια. Ακόμη, ένα ζωοφιλικό διήγημα του Περικλή Σφυρίδη και πεζά των Δημήτρη Νόλλα, Ηλία Λ. Παπαμόσχου και Τζένης Οικονομίδη. Ο Άκης Δήμου δημοσιεύει έναν θεατρικό μονόλογο όπου αφηγείται την πραγματική ιστορία της δολοφονίας του εικαστικού καλλιτέχνη Danny Thomason από την εκδικητική ερωμένη του, που συντάραξε την καλλιτεχνική κοινότητα. Το εκτενές διήγημα του Ηλία Μαγκλίνη «Η κουβεντιασμένη» εκτυλίσσσεται στη Θεσσαλονίκη του 1948, όταν ένα τάγμα του Δημοκρατικού Στρατού έπληξε την πόλη με βολές πυροβολικού. Η Ολυμπία Γλυκιώτη μεταφράζει ένα νεανικό “νουάρ” πεζό του Ζαν-Πατρίκ Μανσέτ, ποτισμένο από τζαζ μουσικές, κι ο Φοίβος Ι. Πιομπίνος παρουσιάζει το εντυπωσιακά επίκαιρο διήγημα του Εμίλ Ζολά «Ένα θύμα της διαφήμισης», για το τι μπορεί να πάθει κάποιος αν παίρνει τοις μετρητοίς όσα ισχυρίζονται οι διαφημίσεις αλλά και με αιχμές για τον τρόπο με τον οποίο ενίοτε ασκείται (ήδη από την εποχή του Ζολά) η κριτική της λογοτεχνίας. Επίσης, δημοσιεύεται ένα διήγημα τού (πιθανότατα πρωτομεταφραζόμενου στα ελληνικά) Ολλανδού Φ. Μπ. Χοτζ που είχε μεταφράσει για το «Εντευκτήριο» η επίσης πρόσφατα και πρόωρα χαμένη Στέλλα Τιμωνίδου, γεννημένη στη Θεσσαλονίκη, που όμως εργάστηκε πολλά χρόνια ως εκπαιδευτικός στη βόρεια Ευρώπη. Η Μαρία Λαϊνά δημοσιεύει έξι «Βήματα για τη νύχτα» (μικρά ποιήματα), ο Γιώργος Μαρκόπουλος υμνεί ένα «Νεκροταφείο αυτοκινήτων», ενώ νέα ποιήματά τους δημοσιεύουν ακόμη οι Χάρης Βλαβιανός, Γιάννης Γκούμας, Ιωσήφ Βεντούρας, Δημήτρης Λεοντζάκος, Δήμητρα Κατιώνη, Γιώτα Αργυροπούλου και ο Αλβανός μετανάστης Λουάν Τζούλις, που συστεγάζει τα ποιήματά του υπό τον εύγλωττο υπέρτιτλο «Δεν είμαι ξένος στα ποιήματά μου».
ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ Πολυσέλιδη είναι και στο τεύχος αυτό η ενότητα των βιβλιοκρισιών και παρουσιάσεων νέων εκδόσεων, όπου γράφουν οι: Βαγγέλης Βαγγέλης Χατζηβασιλείου (για το βιβλίο της Μαρίνας Καραγάτση, «Το Ευχαριστημένο ή Οι δικοί μου άνθρωποι»), Τιτίκα Δημητρούλια (Πέτρου Μάρκαρη, «Παλιά, πολύ παλιά»), Αθανασία Τσατσάκου (Τίτου Πατρίκιου, «Η νέα χάραξη»), Δημήτρης Δασκαλόπουλος (Γ. Θεοτοκά - Γ. Κ. Κατσίμπαλη, «Αλληλογραφία [1930-1966]»), Θανάσης Ε. Μαρκόπουλος (Μάριου Χάκκα, «Άπαντα»), Λίνα Πανταλέων (Γιάννη Μακριδάκη, «Ανάμισης ντενεκές»), Γιώργος Κορδομενίδης (Μιγιούκι Μιγιάμπε, «Πύρινη άμαξα»), Ευτυχία-Αλεξάνδρα Λουκίδου (Ίνγκεμποργκ Μπάχμαν, «Να λέω λόγια σκοτεινά»), Δημήτρης Κόκορης (Γρηγόρη Παπαδογιάννη, «Σνιφ!»), Σοφία Νικολαΐδου (Θόδωρου Παπαγγελή, «Πανωστάφυλα»), Ξενοφών Α. Μπρουντζάκης (Norberto Fuentes, «Η αυτοβιογραφία του Φιντέλ Κάστρο»), Αγνή Κουβελά (Πάνου Τζώνου, «Μουσείο και Νεωτερικότητα»)· ακόμη, οι Βασίλης Τομανάς, Γιάννης Κεσσόπουλος και Κώστας Θεολόγου προτείνουν βιβλία των Theodor Roszak, Δημήτρη Στεφανάκη και Χρύσας Φάντη, η Ελένη Χοντολίδου σχολιάζει στα πεταχτά μια σειρά από λευκώματα, ενώ στη στήλη «Βιβλία στο κομοδίνο» ο Γιώργος Κορδομενίδης ρίχνει λοξές ματιές σε μεγάλο αριθμό πρόσφατων εκδόσεων.
«ΚΑΠΝΙΣΤΗΡΙΟ»: Η Ελένη Κοσμά και ο Στέργιος Μήτας γράφουν για τον επιστολογράφο Φλωμπέρ, με αφορμή την έκδοση στο εξωτερικό του πέμπτου και τελευταίου τόμου της Αλληλογραφίας του, που καλύπτει την εποχή κατά την οποία ο συγγραφέας έφερε βαρέως την επιτυχία του, απεκδυόταν τις λογοτεχνικές ετικέτες και εξαπατούσε (κατά περίπτωση) ερωμένες και βιογράφους. Θεωρώντας μάλιστα ότι η λογοτεχνική ιστορία γύρω του “στερεοποιείται”, αγωνιζόταν πεισματικά να κρατηθεί στο περιθώριο της δημοσιότητας. «Το να δίνεις στο κοινό λεπτομέρειες για τον εαυτό σου», έγραφε έξι μήνες προτού πεθάνει, «είναι ένας μπουρζουάδικος πειρασμός στον οποίο πάντοτε αντιστάθηκα.» «Δεν έχω βιογραφία», ήταν η σταθερή απάντησή του απέναντι στην ευγενή αδιακρισία του βιογράφου. Από την άλλη, η Βάλια Τσάιτα-Τσιλιμένη αναφέρεται στα ημερολόγια του μοντερνιστή και νεοκλασικιστή συνθέτη Σεργκέι Προκόφιεφ (1891-1953), τα οποία στο σύνολό τους αποτελούν ένα ταξιδιωτικό φιλμ, ένα ευπαρουσίαστο χρονικό γεγονότων με δραματικές αντιπαραθέσεις και εξομολογητικό τόνο. Μικρό δείγμα μια εγγραφή του 1919: «Το πρώτο μου ρεσιτάλ: Ανησυχούσα λιγάκι σχετικά με τον Bach, αλλά το ξεπέρασα χωρίς δυσκολίες. Οι Contredanses του Beethoven πήγαν πολύ καλά και η Σονάτα του Schumann πήγε επίσης αρκετά καλά […]. Μετά το ρεσιτάλ υπήρχε πλήθος ανθρώπων στο πράσινο δωμάτιο. Με τραβούσαν από τα χέρια και τους ώμους με βία λόγω της έκστασής τους.»
ΑΠΟΥΣΙΟΛΟΓΙΟ Ο Μιλτιάδης Πολυβίου νεκρολογεί τον ποιητή και κριτικό Πάνο Θασίτη και ο Άκης Σακισλόγλου την πεζογράφο Στέλλα Βογιατζόγλου.
ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ Την ενότητα της λογοτεχνίας σ’ αυτό το τεύχος του «Εντευκτηρίου» κοσμούν ζωγραφιές της Φωτεινής Χαμιδιελή, που γεννήθηκε και κατοικεί στη Βέροια, σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών του Rhode Island των ΗΠΑ, διδάσκει στη Μέση Εκπαίδευση και έχει στο ενεργητικό της 12 ατομικές εκθέσεις και συμμετοχή σε πάνω από 75 ομαδικές. Για το έργο της Χαμιδιελή γράφει η Δήμητρα Μήττα.
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΕΝΘΕΤΟ Στην Camera Obscura, το ένθετο του «Εντευκτηρίου» για τη δημιουργική φωτογραφία, που επιμελείται ο Άρις Γεωργίου και παράγεται με τη χορηγική υποστήριξη της THINK BEAUTY, παρουσιάζεται το πορτφόλιο του Άκη Παπαδόπουλου «Τα ιδρωμένα αλώνια». Γράφει ο Ηρακλής Παπαϊωάννου σχολιάζοντας τη συγκεκριμένη εργασία, που καταγράφει παραδοσιακούς αγώνες πάλης στη μακεδονική ενδοχώρα: [Πρόκειται για μια] σειρά ασπρόμαυρων έντεχνων ντοκουμέντων, όπου ξεδιπλώνεται όλη η τελετουργία: το κάλεσμα του κοινού από τους παλαιστές πριν από τον αγώνα, η πανηγυρική ατμόσφαιρα, το γυάλισμα των σωμάτων, η ένταση της μονομαχίας, το σμίξιμο ιδρώτα, χώματος και λαδιού πάνω στη γυμνή, μυώδη σάρκα. Στην ζωντανή αυτή αφήγηση παρεμβάλλονται, σαν απαραίτητα σημεία στίξης, τα πορτραίτα των παλαιστών που ποζάρουν στον φακό με αιχμηρό βλέμμα λίγο πριν από τον αγώνα. Οι εκφραστικές φωτογραφίες του Παπαδόπουλου ζωντανεύουν ψήγματα από τη δράση και τον χώρο στον οποίο αυτή συμβαίνει. Εδώ δεν υπάρχουν περιθώρια λαθραίας καταγραφής. Ο φωτογράφος πρέπει να μυηθεί στο τυπικό και αναπόφευκτα να γίνει αποδεκτός από την κοινότητα. […] Η φωτογραφία τέτοιων δρώμενων τελικά, πέρα από λαογραφικές επισημάνσεις, ανοίγει σήμερα ένα παράθυρο σε ένα κομμάτι του εαυτού μας επιμελώς κρυμμένο, όπου ―πέρα από το λούστρο και τις ουσιαστικές ή επιφανειακές κατακτήσεις του σύγχρονου πολιτισμού― αντηχεί ακόμη ο ζωτικός χτύπος του αρχέγονου κόσμου». Τέλος, από το τεύχος αυτό στην ύλη του «Εντευκτηρίου» προστίθεται μια νέα ενότητα, υπό τον προβοκατόρικο επίτιτλο «Φωτογραφίες που ίσως δεν εγκρίνει ο κ. Άρις Γεωργίου». Η αρχή γίνεται με τη σειρά «Το τέλος της ζωής όπως την ήξερα», του Γαβρήλου Κοντομανίκη.
Τα τέσσερα τεύχη ενός χρόνου κοστίζουν τουλάχιστον 40 ευρώ. Ως συνδρομητές, τα έχετε κάθε τρεις μήνες στο σπίτι σας μόνο με 30 ευρώ ετησίως. Γραφτείτε σήμερα συνδρομητές, στέλντοντάς το μήνυμά σας στο entefktirio@translatio.gr Επίσης, μπορείτε να έχετε σημαντικές εκπτώσεις στα βιβλία και τα cd των Εκδόσεων Εντευκτηρίου.
«Σε λίγες ημέρες, πρόκειται να σπάσει ένα ταμπού και να λυθεί μια σημαντική παρεξήγηση», γράφει ο αναλυτής της "Κορριέτε Ντέλλα Σέρα" Αντόνιο Φερράρι σε ανταπόκρισή του από την Αθήνα.
Αμέσως μετά προχωρά σε διεξοδική αναφορά προσεγγίζοντας με αντικειμενικότητα την επέτειο του ελληνικού ΟΧΙ και την εισβολή των στρατευμάτων του Μουσσολίνι, και εξηγεί: "Στην εξέδρα της Θεσσαλονίκης, τη γεμάτη σημαίες για τη στρατιωτική παρέλαση της εθνικής γιορτής του ΟΧΙ, που η Ελλάδα αντέταξε στο τελεσίγραφο του Μουσσολίνι, δίπλα στον πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας θα βρίσκεται ο Ιταλός πρέσβης Τζαμπάολο Σκαράντε. Είναι η πρώτη φορά, που συμβαίνει κάτι τέτοιο και συνεπώς, είναι κατανοητό να έχει δημιουργηθεί μεγάλη προσμονή".
Η «Κορριέρε» τονίζει ότι με τον τρόπο αυτό, ύστερα από 68 χρόνια, θα μπει τέλος σε μια «κατά φαντασίαν κρίση», για την οποία, όμως, δεν ευθύνεται η Ελλάδα, αλλά το γεγονός ότι «πολλοί, στην Ιταλία, από φόβο ή από ραθυμία, προτιμούσαν να μη βλέπουν και να μη γνωρίζουν».
Η εφημερίδα του Μιλάνου υπενθυμίζει, μεταξύ άλλων, ότι ο Ιταλός υπουργός «λαϊκού πολιτισμού», Παβολίνι, δυο ημέρες πριν το φασιστικό τελεσίγραφο, είχε στείλει στην Αθήνα το θίασο της Όπερας της Ρώμης για να παρουσιάσει την «Μαντάμ Μπάτερφλαϊ», του Τζάκομο Πουτσίνι. Τη βραδιά της δεξίωσης στην ιταλική πρεσβεία, έφτασε το ελληνικό ΟΧΙ.
«Για το λόγο αυτό, η ημέρα του ΟΧΙ ήταν και θα παραμείνει η μαρτυρία της εξέγερσης εναντίον μιας αδικίας. Και η Ιταλία, θα έπρεπε να είναι ευγνώμων για αυτό το ΟΧΙ. Διότι, όπως έγραψε ο πρέσβης Γκράτσι στα απομνημονεύματά του, η άρνησή αυτή στο φασισμό, σήμανε την αρχή του τέλους του».
----------------------------
Ελπίζω να μην χαθεί από ελληνικά χέρια αυτό το ιστορικό αυτοκίνητο, ιστορικό για την πολιτική και τον πολιτισμό. Έχει συμβεί πολλές φορές στο παρελθόν. Οι γνώστες ξέρουν καλά ότι σε μικρές και μεγάλες δημοπρασίες στην κεντρική και δυτική Ευρώπη, βγαίνουν στο σφυρί κατά καιρούς σημαντικά ιστορικά ελληνικά κομμάτια. Την ώρα που διεκδικούμε την επιστροφή των Μαρμάρων του Παρθενώνα, δεν επιτρέπεται αδιαφορία. Η μέριμνα για τα ελάσσονα αποδεικνύει την ειλικρίνεια του ενδιαφέροντος για τα μείζονα. Περιμένω αντιδράσεις από το υπουργείο Πολιτισμού, από μουσεία, από το Ινστιτούτο Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής κ.ά.